Νομοθεσία για την δήλωση και τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης
ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ[1]
ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3213 (ΦΕΚ Α'309/31.12.2003)
Δήλωση και
έλεγχος περιουσιακής κατάστασης βουλευτών, δημόσιων λειτουργών
και υπαλλήλων,
ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης και άλλων κατηγοριών
προσώπων.
-------------------
Με
την παρ.6 άρθρ.14 Ν.2810/2000,όπως το άρθρο αυτό
αντικαταστάθηκε
με την παρ.9 άρθρου 16 Ν.4015/2011,ΦΕΚ Α 210,ορίζεται ότι:
"6. Οι
διατάξεις του ν. 3213/2003 (Α' 309) εφαρμόζονται και για τον Πρόεδρο,
τα μέλη του ΔΣ
και τον Γενικό Διευθυντή της ΠΑΣΕΓΕΣ, καθώς και για τους
Προέδρους και
τους Γενικούς Διευθυντές και, αν δεν υπάρχουν, τους Διευθυντές
των ΑΣ που
έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των δύο εκατομμυρίων ευρώ".
ΒΛ. ΚΑΙ άρθρο
229 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014,
σχετ. με την υποχρέωση δήλωσης οικονομικών συμφερόντων καθώς και
άρθρο 230 (μεταβατικές διατάξεις) του
αυτού νόμου
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον
ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Αρθρο 1[2]
Υπόχρεοι σε δήλωση
1. Δήλωση της
περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των
ανήλικων τέκνων
τους υποβάλλουν:
α. Ο
Πρωθυπουργός.
β. Οι Αρχηγοί
των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το
Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο.
γ. Οι υπουργοί,
οι αναπληρωτές υπουργοί και οι υφυπουργοί
δ. Οι βουλευτές
και οι ευρωβουλευτές.
ε. Οσοι
διαχειρίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ
146 Α), τα
οικονομικά των πολιτικών κομμάτων.
στ. Οι γενικοί
και ειδικοί γραμματείς υπουργείων και της Βουλής, ο γενικός
γραμματέας του
Υπουργικού Συμβουλίου, οι γενικοί γραμματείς περιφερειών,
καθώς και οι
υπάλληλοι ή σύμβουλοι ειδικών θέσεων και οι μετακλητοί
υπάλληλοι, οι
οποίοι διορίζονται με πράξη μονομελούς ή συλλογικού
κυβερνητικού
οργάνου.
ζ.«οι
περιφερειάρχες, αντιπεριφερειάρχες, οι πρόεδροι των περιφερειακών συμβουλίων,
οι γενικοί
γραμματείς
αποκεντρωμένης διοίκησης, καθώς και οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της
περιφέρειας».
*** Το στοιχείο
ζ΄αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 9
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
η. Οι δήμαρχοι,
οι αντιδήμαρχοι και τα μέλη των δημαρχιακών επιτροπών,
καθώς και οι
πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων
δημοσίου
δικαίου, των αμιγών ή μεικτών δημοτικών επιχειρήσεων των ανωτέρω
Ο.Τ.Α. και των
συνδέσμων δήμων, κοινοτήτων και δήμων και κοινοτήτων.
θ. Οι πρόεδροι,
οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι γενικοί
διευθυντές
νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων,
δημοσίων
οργανισμών, καθώς και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, τη
διοίκηση των
οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή
ως μέτοχος.
ι. Οι πρόεδροι
και τα μέλη των επιτροπών διενέργειας και αξιολόγησης των
αποτελεσμάτων
διαγωνισμών για τις προμήθειες των κρατικών υπηρεσιών,
συμπεριλαμβανομένων
και των προμηθειών των ενόπλων δυνάμεων, των νομικών
προσώπων
δημοσίου δικαίου, των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που
ανήκουν στο
κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά 50%
τουλάχιστον του
ετήσιου προϋπολογισμού τους, των δημόσιων επιχειρήσεων και
των δημόσιων
οργανισμών, εφόσον υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα
χιλιάδων
(150.000) ευρώ, καθώς επίσης οι Γενικοί Διευθυντές και Διευθυντές
της Γενικής
Διεύθυνσης Κρατικών Προμηθειών και οι κατέχοντες αντίστοιχες
θέσεις στο
Δημόσιο και στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού
δικαίου, στις
δημόσιες επιχειρήσεις και τους δημόσιους οργανισμούς. Την ίδια
υποχρέωση
υπέχουν ο πρόεδρος και τα μέλη των επιτροπών διενέργειας και
αξιολόγησης
αποτελεσμάτων διαγωνισμών παροχής υπηρεσιών, στους ανωτέρω
φορείς και υπό
τον ίδιο περιορισμό ποσού, καθώς και οι πρόεδροι και τα μέλη
των επιτροπών
διαγωνισμού και εισηγήσεων ανάθεσης έργων των φορέων, οι
οποίοι
διέπονται από τις διατάξεις του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α) και του π.δ.
609/1985 (ΦΕΚ
223 Α), εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει τις
τριακόσιες
χιλιάδες (300.000) ευρώ.
"ια. Οι
δικαστικοί και οι εισαγγελικοί λειτουργοί, καθώς επίσης τα μέλη του
Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους."
*** Η
περ.ια΄αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 1 παρ.1 Ν.3849/2010,
ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
ιβ. Οι
πρόεδροι, οι διοικητές, οι υποδιοικητές και οι γενικοί διευθυντές
πιστωτικών
ιδρυμάτων.
ιγ. Οι μέτοχοι
και εταίροι κάθε μορφής εταιρειών, οι οποίες κατέχουν άδεια
λειτουργίας
τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής
συνδρομητικών
τηλεοπτικών υπηρεσιών, καθώς και λειτουργίας ραδιοφωνικών
σταθμών.
ιδ. Οι μέτοχοι
και εταίροι κάθε μορφής εταιρειών, οι οποίες εκδίδουν
ημερήσια ή
περιοδικά έντυπα πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας.
ιε. Οι
δημοσιογράφοι μέλη των οικείων ενώσεων συντακτών, καθώς και όσοι
παρέχουν
δημοσιογραφικές υπηρεσίες σε επιχειρήσεις έκδοσης εντύπων ή σε
ραδιοτηλεοπτικά
μέσα ενημέρωσης με σύμβαση εργασίας ή έργου.
«Οι ιατροί
Διευθυντές και Συντονιστές Διευθυντές που υπηρετούν στα
Νοσοκομεία και
Κέντρα Υγείας του Ε.Σ.Υ..» «.... καθώς και σε πανεπιστημιακές κλινικές.»
*** Οι λέξεις
«.... καθώς και σε πανεπιστημιακές κλινικές.» προστέθηκαν στο τέλος
του στοιχείου
ιε` με το άρθρο 9 Ν.4065/2012, ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
*** Το
τελευταίο εδάφιο της παρ.1 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρου 33
Ν.3868/2010,ΦΕΚ
Α 129/3.8.2010. Με την παρ.2 του αυτού άρθρου
και νόμου ορίζεται ότι:
"2. Οι
υπόχρεοι της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλουν, κατά πρώτον, δήλωση
περιουσιακής
κατάστασης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη θέση του παρόντος
σε ισχύ. Κατά
τα λοιπά εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του ν.
3213/2003, όπως
ισχύει".
«ιστ. Οι ιατροί
Διευθυντές που υπηρετούν στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ και μεταφέρονται
στον ΕΟΠΥΥ.»
*** Η περίπτωση
ιστ΄προστέθηκε με την παρ.10 άρθρου 75 παρ.10 Ν.3996/2011,
ΦΕΚ Α
170/5.8.2011,σύμφωνα με την οποία:
"Κατά την
πρώτη εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, οι ανωτέρω υπόχρεοι
υποβάλλουν
δήλωση περιουσιακής κατάστασης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη
θέση του
παρόντος άρθρου σε ισχύ. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παράγραφοι
2, 3 και 4 του
ν. 3213/2003".
«ιστ`. Τα μέλη
και οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της
Επιτροπής
Ανταγωνισμού.»
*** Η πιο πάνω
νέα περίπωση ιστ΄προστέθηκε με την παράγραφο 4 άρθρου 197
Ν.4001/2011,ΦΕΚ
Α 179/22.8.2011 και αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 9
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α 77/9.4.2012
*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Με την παρ.5α άρθρ.14 Ν.2810/2000,η οποία προστέθηκε
με το άρθρ.6
Ν.3399/2005,ΦΕΚ Α 255/17.10.2005,ορίζεται ότι:
"5Α. Οι
διατάξεις του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α`) έχουν εφαρμογή και για τον
Πρόεδρο, τα
μέλη του Δ.Σ. και τον Γενικό Διευθυντή της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ., καθώς
και για τους
Προέδρους και τους Γενικούς Διευθυντές και όπου δεν υπάρχουν
τους Διευθυντές
των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων κάθε βαθμού που
έχουν ετήσιο
κύκλο εργασιών άνω των δύο εκατομμυρίων ευρώ."
«ιζ. Τα μέλη
της Εθνικής Αρχής Συντονισμού Πτήσεων».
*** Η περίπτωση
ιζ΄προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ.7 Ν.4233/2014,ΦΕΚ Α 22/29.1.2014.
"2. Η
δήλωση της παραγράφου 1 υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέσα σε
ενενήντα (90)
ημέρες από την ορκωμοσία ή την ανάληψη των καθηκόντων τους ή
την απόκτηση
της άδειας ή την έναρξη της επιχείρησης ή του επαγγέλματός
τους."
Επίσης, η
δήλωση αυτή υποβάλλεται κάθε χρόνο κατά το διάστημα της θητείας,
της άσκησης της
δραστηριότητας ή της διατήρησης της ιδιότητας των υπόχρεων
και για τρία
(3) χρόνια μετά από την απώλεια ή τη λήξη της, το αργότερο την
30ή Ιουνίου
κάθε έτους.
«Ειδικά για το
έτος πρώτης εφαρμογής του ν. 4065/2012, η προθεσμία του προηγούμενου
εδαφίου
παρεκτείνεται μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2013.»
*** Το πρώτο
εδάφιο της παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω
με την παρ.4α
άρθρου 13
Ν.3242/2004,ΦΕΚ Α 102/24.5.2004 και το τελευταίο εδάφιο αυτής
προστέθηκε με
το άρθρο 22 Ν.4161/2013,ΦΕΚ Α
143/14.6.2013.
*** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Κατά το άρθρο 1 της από 28.7.2013 Π.Ν.Π. ΦΕΚ Α 154/28.6.2013,
η οποία
κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο Ν.4206/2013,ΦΕΚ Α 246/7.11.2013:
"Η
προθεσμία υποβολής της δήλωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003
από
τους υπόχρεους
σε δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παραπάνω νόμου, ειδικά για το
οικονομικό έτος
2013 (χρήση 2012) παρατείνεται μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2013".
3. Το
Φεβρουάριο κάθε έτους διαβιβάζεται,κατά περίπτωση, στην Επιτροπή του
άρθρου 21 του
Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146 Α) ή
"στη Γ`
Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008",
κατάλογος των
ελεγχόμενων προσώπων. Ο κατάλογος
συντάσσεται από
τον Πρόεδρο της Βουλής για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις
περιπτώσεις α`
έως και ε` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, από τον αρμόδιο
υπουργό, για τα
πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ`, θ`, ι, ια`,
από τους
γενικούς γραμματείς περιφερειών για τα πρόσωπα των περιπτώσεων ζ
και η`, από το
ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης του πιστωτικού ιδρύματος
για τα πρόσωπα
που αναφέρονται στην περίπτωση ιβ` και από τον πρόεδρο της
οικείας ένωσης
για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις ιγ`,ιδ` και
ιε`.
*** Η φράση
"στην Επιτροπή της παρ.2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου"
αντικαταστάθηκε
από τη φράση "στη Γ`Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7
του ν.
3691/2008",ως άνω με το άρθρο 8 παρ.1 Ν.3932/2011,
ΦΕΚ Α
49/10.3.2011.
4.
Αμφισβητήσεις ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου στις περιπτώσεις στ`έως
και ιε` της
παρ.1 επιλύονται με πράξη "της Γ`Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7
του ν.
3691/2008" η οποία εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από
την υποβολή
σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων, που είναι
αρμόδια να
υποβάλλουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο, του παρόντος
άρθρου,
κατάσταση υποχρέων.
*** Η φράση
"της πενταμελούς Επιτροπής της παρ.2 του άρθρου 3 του παρόντος
νόμου",αντικαταστάθηκε
από τη φράση "της Γ`Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7
του ν.
3691/2008",ως άνω, με το άρθρο 8 παρ.2 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
Αρθρο 2[3]
Περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης
1.α. Η δήλωση
περιουσιακής κατάστασης περιέχει, λεπτομερώς, τα υφιστάμενα
κατά το χρόνο
υποβολής της περιουσιακά στοιχεία.
Ως περιουσιακά
στοιχεία, θεωρούνται, ιδίως:
i. Τα έσοδα,
από κάθε πηγή, κατά τα τρία τελευταία οικονομικά έτη πριν από
την αρχική
υποβολή της δήλωσης και κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για
τις μετέπειτα
υποβαλλόμενες δηλώσεις.
ii. Τα ακίνητα,
καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή
προσδιορισμό
τους.
iii. Οι μετοχές
ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, τα ομόλογα και ομολογίες
κάθε είδους, τα
μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα
χρηματοοικονομικά
προϊόντα κάθε είδους.
iv. Οι
καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά
πιστωτικά
ιδρύματα.
v. Τα πλωτά και
τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης
οχήματα.
vi. Η συμμετοχή
σε κάθε είδους επιχείρηση.
β.i. Σε
περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης
υφιστάμενου,
στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής
δαπάνης, καθώς
και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών
πόρων. Σε
περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα.
ii. Οι υπόχρεοι
οφείλουν να επισυνάπτουν στη δήλωση και αντίγραφα των
οικείων
παραστατικών.
γ. «Μετά την αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση
τους οι υπόχρεοι δηλώνουν μόνον τις
μεταβολές που
επήλθαν στην περιουσιακή τους κατάσταση κατά το χρονικό διάστημα που αφορά
η δήλωση.»
*** Το πιο πάνω
εδάφιο προστέθηκε στην αρχή του εδαφίου
γ΄με το άρθρο 10
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α 77/9.4.2012
Η δήλωση
υποβάλλεται από τον υπόχρεο και υπογράφεται από τον ίδιο, αν σε
αυτή
αναγράφονται μόνον τα δικά του περιουσιακά στοιχεία, από τη σύζυγό του,
αν αναγράφονται
μόνο δικά της στοιχεία, και από αμφότερους τους συζύγους, αν
αναγράφονται
περιουσιακά στοιχεία και των δύο ή των ανήλικων τέκνων τους.
"Η δήλωση
περιουσιακής κατάστασης του υπόχρεου συνοδεύεται από αντίγραφο της
φορολογικής του
δήλωσης για το προηγούμενο οικονομικό έτος και αντίγραφο του
τελευταίου
Εντύπου Ε9 που υποβλήθηκε στην αρμόδια ΔΟΥ."
*** Το δεύτερο
εδάφιο της περ.γ` προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.4
Ν.3327/2005,ΦΕΚ
Α 70/11.3.2005 και αντικαταστάθηκε ως άνω
με το άρθρο
1 παρ.2 Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
δ.«Οι
συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν "στον Πρόεδρο της Αρχής του
άρθρου 7 του ν.
3691/2008" αντίγραφο κάθε
συμβολαιογραφικού εγγράφου,
που συντάσσεται
από αυτούς, με το οποίο μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή
εισαγγελικό
λειτουργό, σύζυγο ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο,
κινητό ή
ακίνητο, ή δικαίωμα. Το αυτό ισχύει και για την αποδοχή
κληρονομίας.»
*** Η περ.δ`
προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.4 Ν.3327/2005,ΦΕΚ Α 70/11.3.2005.
*** Η
φράση "στον αρμόδιο για τον έλεγχο
της περιουσιακής κατάστασης των
δικαστικών και
εισαγγελικών λειτουργών Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου" της
περ.δ`,αντικαταστάθηκε
από τη φράση "στον Πρόεδρο της Αρχής του άρθρου 7 του
ν.
3691/2008",ως άνω,με το άρθρο 8 παρ.3 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
«2.α. Οι
δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 1 του
προηγούμενου
άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το οποίο υπόκειται σε ηλεκτρονική
επεξεργασία από
αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, που εγκαθίσταται για το σκοπό αυτόν. Μετά
την ηλεκτρονική
επεξεργασία, πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών
στοιχείων και η
αξία τους ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, και, ιδίως: α) η συνολική αξία
των ακινήτων,
όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών αξιών και
όπου τούτο δεν
ισχύει, ακόμη προσδιορίζεται από την αξία και τη χρονολογία κτήσεως που τυχόν
αναφέρονται
στον οικείο τίτλο, β) το συνολικό ποσό σε ευρώ (€) των κάθε μορφής καταθέσεων
που
διατηρούνται σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά
ιδρύματα, γ)
η συνολική αξία
των μετοχών, μεριδίων ή συμμετοχών σε ημεδαπά και αλλοδαπά νομικά
πρόσωπα, των
ομολόγων και λοιπών χρεωστικών τίτλων κάθε είδους, των μεριδίων αμοιβαίων
κεφαλαίων κάθε
είδους και των παράγωγων χρηματοοικονομικών προϊόντων κάθε είδους, και εν
γένει
οποιουδήποτε άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου, δ) η συνολική αξία των πλωτών και
εναέριων
μεταφορικών μέσων, των κάθε χρήσης οχημάτων. Για τα περιουσιακά στοιχεία των
περιπτώσεων β`,
γ` και δ` αναγράφεται η αξία και η χρονολογία κτήσης.
β. Το
περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, αναφορικά με τον τρόπο αναλυτικής
παράθεσης των
περιουσιακών στοιχείων για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` έως
και ε`, της
παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
Το αντίστοιχο
περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα,
καθορίζεται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
***Η παράγραφος
2,όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ.3
Ν.3849/2010,
ΦΕΚ Α 80/26.5.2010,αντικαταστάθηκε ως άνω με
άρθρο 2
Ν.4065/2012,ΦΕΚ Α 77/9.4.2012.
3. «Οι δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του
παρόντος
αναρτώνται στο διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της
Επιτροπής
του άρθρου 21
του ν. 3023/2002 (Α` 146), όπως ισχύει, ο οποίος καθορίζει τη μορφή, τον τύπο,
τα
προς δημοσίευση
στοιχεία, τη χρονική διάρκεια της ανάρτησης και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια. Η
δημοσίευση στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης των δηλώσεων περιουσιακής
κατάστασης που
υποβάλλουν τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 επιτρέπεται υπό την
προϋπόθεση ότι
δημοσιεύεται ολόκληρο το κείμενο τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η
επιλεκτική
δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής
τιμωρείται
πέραν της
προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης από το άρθρο 7 παρ. 2 έξι (6) μηνών τουλάχιστον
και
με χρηματική
ποινή από 5.000 μέχρις 100.000 ευρώ.»
*** Η
παράγραφος 3,όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 56 παρ.1
Ν.3979/2011,ΦΕΚ
Α 138/16.6.2011, αντικαταστάθηκε ως άνω
με το άρθρο 3 Ν.4065/2012,ΦΕΚ Α 77/9.4.2012.
«4. Αντίγραφα
δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που υποβάλλονται σύμφωνα με την κείμενη
νομοθεσία στη
Γ` Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, διαβιβάζονται στη Γενική
Γραμματεία
Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών Με κοινή απόφαση των
Υπουργών
Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζονται
τα
σχετικά με την
ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης του
προηγούμενου
εδαφίου.»
*** Η
παράγραφος 4 προστέθηκε με την
παρ.11 άρθρου 39 Ν.4024/2011,
ΦΕΚ Α
226/27.10.2011.
«5.α) Για τη
διασφάλιση της διαφάνειας στο δημόσιο βίο και εν όψει της σημασίας της
αντίστοιχης
συμμετοχής του
καθενός στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας και για τη διευκόλυνση
του ελέγχου της
δήλωσης τους, οι υπόχρεοι σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης της παρ. 1 του
άρθρου 1 κατά
την υποβολή της ή μέσα στην προθεσμία αυτής, καθώς και οι σύζυγοί τους και
αμφότεροι για
τα ανήλικα τέκνα τους:
αα) Δύνανται να
συνυποβάλλουν ειδική δήλωση του εξής περιεχομένου:
«Παραιτούμαι
ρητώς και ανεκκλήτως υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από κάθε ενοχικό ή
εμπράγματο
δικαίωμα μου επί οποιουδήποτε ακινήτου ή κινητού πράγματος ή οποιουδήποτε
χρηματικού
ποσού ή άυλου τίτλου ή οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου, όπως
ενδεικτικώς
αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 αν
για
οποιονδήποτε λόγο η καταγραφή του δικαιώματος αυτού στην υποβληθείσα ή
συνυποβαλλόμενη
δήλωση περιουσιακής μου κατάστασης κατά τα άρθρα 1 και 2 του ν.
3213/2003 έχει
παραλειφθεί. Η παραίτηση μου αυτή ισχύει για όλα τα εν λόγω περιουσιακά μου
στοιχεία, είτε
αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα εξ αυτών
δικαιώματα
ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομα του ή στο
όνομα
μου. Η
παραίτηση μου αυτή ισχύει ως δήλωση μεταβίβασης των παραπάνω δικαιωμάτων μου
προς
το Δημόσιο και
διέπεται από το ελληνικό δίκαιο. Παρέχω, επίσης, την ειδική και ανέκκλητη
πληρεξουσιότητα
και εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας,
σε περίπτωση
παράλειψης ή ανακριβούς ή αναληθούς δήλωσης και ειδικώς για περιουσιακό
στοιχείο όπως
ενδεικτικώς αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν.
3213/2003 που
βρίσκεται στην αλλοδαπή, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες, κατά το ελληνικό
και
αλλοδαπό
δίκαιο, διατυπώσεις, περιγραφές και διαδικασίες για τη μεταβίβαση του
περιουσιακού
αυτού στοιχείου
στο Δημόσιο.
Ζητώ από έκαστο
και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα οποιασδήποτε χώρας
της αλλοδαπής
να μου γνωστοποιήσουν εγγράφως εάν αναφέρομαι ως κύριος ή
καταπιστευματικός
κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής σε τραπεζικό λογαριασμό
οποιασδήποτε
μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής και ανεξαρτήτως
ειδικότερης
ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε χρηματοοικονομικού προϊόντος)
ή ως εκπρόσωπος
ή καταπιστευματικός κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής
αντίστοιχου
λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος λογαριασμός να
τηρείται στο ως
άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς παρακαλώ να μου γνωρίσετε
εγγράφως το
ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας
μέχρι
και της ημέρας
παραλαβής του παρόντος αιτήματος μου και να μου χορηγήσετε αντίγραφο των
μεταξύ μας
σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και στοιχείων.
Παρακαλώ η
σχετική γνωστοποίηση και τα αντίγραφα να αποσταλούν με αποκλειστικά δικές μου
δαπάνες τόσο σε
εμένα στην ανωτέρω διεύθυνση μου όσο και στη Βουλή των Ελλήνων, Πλατεία
Συντάγματος, 10021,
Αθήνα, καθώς επίσης στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής
Δημοκρατίας που
εδρεύει στην Αθήνα.
Περαιτέρω,
παρέχω ανεκκλήτως στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών
Πολιτικών
Κομμάτων και Υποψηφίων Βουλευτών και στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής
Δημοκρατίας την
εντολή και πληρεξουσιότητα όπως αμφότεροι από κοινού ή χωριστά οιοσδήποτε
εξ αυτών, όταν
το κρίνει σκόπιμο, διαβιβάσουν στο όνομα και για λογαριασμό μου την παρούσα
αίτηση στη
Διεθνή Ενωση Τραπεζών για τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα στα οποία
απευθύνεται και
είναι μέλη της, καθώς και ατομικώς σε οποιοδήποτε άλλο χρηματοπιστωτικό ή
χρηματοδοτικό
ίδρυμα οποιασδήποτε χώρας, καθώς και να παραλάβουν κάθε σχετική απάντηση ή
έγγραφο.
Δηλώνω ρητώς
ότι παραιτούμαι από κάθε δικαίωμα και εν γένει προστασία που μου παρέχει
οποιοσδήποτε
νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων, καθώς και από κάθε ρήτρα
εμπιστευτικότητας
και ότι παραιτούμαι από κάθε τυχόν απαίτηση μου έναντι εκάστου πιστωτικού
ή
χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί σε συμμόρφωση
με το
ανωτέρω αίτημα
μου.»
αβ) Σε
περίπτωση που δεν συνυποβάλλουν την ανωτέρω υπό στοιχείο αα) ειδική δήλωση,
υποχρεούνται να
παρέχουν ειδική και ανέκκλητη εξουσιοδότηση και πληρεξουσιότητα, με
συμβολαιογραφικό
έγγραφο που συντάσσεται ατελώς, με την οποία θα εξουσιοδοτούν τον
Πρόεδρο της
Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών Πολιτικών Κομμάτων και Υποψηφίων
Βουλευτών και
τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, ως ειδικοί τους
πληρεξούσιοι,
αμφότεροι από κοινού ή χωριστά, να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες εξ
ονόματος τους
και για λογαριασμό τους για κάθε περιουσιακό στοιχείο, το οποίο τους ανήκει
κατά
κυριότητα ή
κατά χρήση είτε αυτό βρίσκεται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα
εξ
αυτών
δικαιώματα ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομα του
ή στο
όνομα τους, από
ξένες δημόσιες αρχές, τραπεζικά, πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, νομικά
ή φυσικά
πρόσωπα. Να ζητούν από έκαστο και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά
ιδρύματα
οποιασδήποτε
χώρας της αλλοδαπής να τους γνωστοποιούν εγγράφως εάν οι υπόχρεοι
αναφέρονται ως
κύριοι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή δικαιούχοι υπογραφής σε
τραπεζικό
λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής
και ανεξαρτήτως
ειδικότερης ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε
χρηματοοικονομικού
προϊόντος) ή ως εκπρόσωποι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή
δικαιούχοι
υπογραφής αντίστοιχου λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος
λογαριασμός να
τηρείται στο ως άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς να ζητούν
εγγράφως το
ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας
μέχρι
και της ημέρας
παραλαβής του σχετικού αιτήματος και να ζητούν τη χορήγηση αντιγράφων των
μεταξύ των
μερών σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και
στοιχείων.
Οι υπόχρεοι
ταυτοχρόνως δηλώνουν ρητώς ότι παραιτούνται από κάθε δικαίωμα και εν γένει
προστασία που
τους παρέχει οποιοσδήποτε νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων,
καθώς και από
κάθε ρήτρα εμπιστευτικότητας και ότι παραιτούνται από κάθε τυχόν απαίτηση
τους έναντι
εκάστου πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα
προβεί ο
ειδικός πληρεξούσιος σε συμμόρφωση με την εντολή αυτή και την πληρεξουσιότητα
που
παρέχει.
β) Η απόκτηση
από το Ελληνικό Δημόσιο της κυριότητας ή των λοιπών δικαιωμάτων του κατά τα
άνω
παραιτουμένου ολοκληρώνεται με πράξη αποδοχής του Υπουργού Οικονομικών και με
τη
δημοσίευση της
πράξης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε
άλλη διατύπωση
ή δήλωση, πλην της καταχώρισης της παραίτησης και της πράξης του Υπουργού
σε δημόσια
βιβλία, όπου αυτό απαιτείται. Ως προς τα ενοχικά δικαιώματα απαιτείται
αναγγελία στον
οφειλέτη.
γ) Η παραπάνω
πράξη του Υπουργού και οι σχετικές δημοσιεύσεις διενεργούνται μέσα σε τρεις
μήνες από την
ημέρα κατά την οποία αποδεδειγμένα γνωστοποιούνται στον Υπουργό με
οποιονδήποτε
τρόπο τα παραλειφθέντα περιουσιακά στοιχεία ή κατά την οποία ο Υπουργός
ενημερώνεται
αποδεδειγμένα με άλλον τρόπο για την παράλειψη. Από τη γνωστοποίηση ή
ενημέρωση του
Υπουργού για νέες παραλείψεις τρέχει νέα τρίμηνη προθεσμία. Η εκπρόθεσμη
διενέργεια των
πράξεων του Υπουργού δεν αίρει την εγκυρότητα τους, αλλά συνιστά παράβαση
καθήκοντος, αν
τούτο οφείλεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια. Η πράξη αποδοχής του Υπουργού, όταν
πρόκειται για
ενοχικά δικαιώματα, για τα οποία δεν ισχύει η αρχή της ειδικότητας, μπορεί να
γίνει
και πριν από
την ως άνω ενημέρωση και να αφορά και αβέβαιες απαιτήσεις ή σύνολο απαιτήσεων,
οπότε η
απόκτηση του ενοχικού δικαιώματος θα τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της
ύπαρξης και
του
προσδιορισμού του ποσού των απαιτήσεων.
δ) Πιστωτικά
ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, στα οποία οι παραιτούμενοι έχουν
καταθέσεις
οποιασδήποτε μορφής, από τη στιγμή που θα ενημερωθούν από το Ελληνικό Δημόσιο
ότι στη δήλωση
των παραιτουμένων δεν περιλαμβάνονται οι καταθέσεις αυτές ή όλες οι καταθέσεις
αυτές, θα
αναγνωρίζουν ως δικαιούχο των παραλειφθεισών καταθέσεων το Ελληνικό Δημόσιο,
εφόσον τούτο
έχει προβεί στην αντίστοιχη πράξη αποδοχής, με συνέπεια να μην υφίσταται το
τραπεζικό
απόρρητο έναντι του κατά τα άνω δικαιούχου Ελληνικού Δημοσίου, οποιοδήποτε
δίκαιο
και αν διέπει
τους εν λόγω λογαριασμούς.
Για τη
μεταβίβαση των παραπάνω δικαιωμάτων στο Δημόσιο δεν οφείλεται φόρος, τέλος ή
εισφορά υπέρ
του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή οποιουδήποτε τρίτου και
όλες οι πράξεις
ή καταχωρίσεις γίνονται ατελώς από τους αρμοδίους.
ε) Εάν για
οποιαδήποτε νομική ή πραγματική αιτία δεν καταστεί δυνατή η μεταβίβαση εντός
της
ανωτέρω
προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών με πράξη του καταλογίζει υπέρ του Δημοσίου
στον
ελεγχόμενο
χρηματικό ποσό ίσης αξίας με το μη δηλωθέν περιουσιακό στοιχείο. Η αξία του
περιουσιακού
στοιχείου για τους σκοπούς του ανωτέρω καταλογισμού προσδιορίζεται από το
Σώμα Ορκωτών
Εκτιμητών εντός προθεσμίας ενός μηνός από την προς τούτο αίτηση του
Υπουργού
Οικονομικών. Η ανωτέρω πράξη του Υπουργού Οικονομικών είναι αμέσως εκτελεστή
κατά του
υπόχρεου και η είσπραξη του καταλογισθέντος ποσού γίνεται σύμφωνα με τις
διατάξεις
του Κώδικα
Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).
στ) Το Δημόσιο
οφείλει να ειδοποιήσει το συντομότερο δυνατόν για την παράλειψη του τον
παραιτηθέντα, ο
οποίος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ειδοποίηση αυτή δύναται, μόνο
στην περίπτωση
που αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευση του και ότι η μη υποβολή ή η υποβολή
ανακριβούς ή
ελλιπούς δήλωσης δεν οφείλεται σε δόλο, να προσφύγει στα αρμόδια Δικαστήρια για
την αναστολή ή
ακύρωση της σχετικής μεταβίβασης των δικαιωμάτων του στο Δημόσιο, ή της
πράξης
καταλογισμού εις βάρος του ποσού ίσης αξίας προς το μη δηλωθέν περιουσιακό
στοιχείο. Η
αναστολή
επιτρέπεται μόνο αν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανεπανόρθωτης υλικής βλάβης του
παραιτηθέντος.
Την εκδίκαση αίτησης ακύρωσης ή αναστολής το αρμόδιο Δικαστήριο προσδιορίζει
εντός τριών
μηνών από την κατάθεση του δικογράφου. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται
παρά για μία
και μόνο δικάσιμο εντός (3) τριών μηνών από την επομένη της αναβολής.
ζ) Οι ειδικές
δηλώσεις των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις Α` έως και ε` της παρ. 1
του
προηγούμενου άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο το περιεχόμενο του οποίου
καθορίζεται
με απόφαση του
Προέδρου της Βουλής. Το αντίστοιχο περιεχόμενο του εντύπου της ειδικής
δήλωσης για τα
λοιπά υπόχρεα πρόσωπα καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών,
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
η) Για την
εφαρμογή του παρόντος νόμου, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας,
κάμπτεται
οποιοδήποτε
επαγγελματικό απόρρητο, περιλαμβανομένης της εκ του νόμου υποχρέωσης
εχεμύθειας
οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργού ή υπαλλήλου, εάν στην περίπτωση αυτή κρίνεται
τούτο αναγκαίο
από την κατά το άρθρο 7 του ν. 3213/2003 Επιτροπή, ενώ είναι ανίσχυρες και δεν
παράγουν
έννομες συνέπειες οποιεσδήποτε συμβατικές ή νόμιμες υποχρεώσεις εχεμύθειας ή
εμπιστευτικότητας
οποιουδήποτε έναντι του υπόχρεου, οι οποίες αφορούν σε μη δηλωθέντα
περιουσιακά
στοιχεία του. Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συμβάλλει είτε στη
γνωστοποίηση
στην κατ` άρθρο 21 του ν. 3023/2002 Επιτροπή ή σε οποιαδήποτε άλλη αρμόδια
αρχή, ότι
υπόχρεος σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης, κατά τον παρόντα νόμο, δεν περιέλαβε
συγκεκριμένο
περιουσιακό στοιχείο σε αυτή είτε στην αποκάλυψη ότι περιουσιακό στοιχείο που
δηλώθηκε είναι
μη νόμιμης προέλευσης, απαλλάσσεται από τυχόν ποινικές, διοικητικές,
φορολογικές ή
αστικές ευθύνες του έναντι του υπόχρεου, σχετικές με το, δηλωθέν ή μη,
περιουσιακό
στοιχείο. Σε περίπτωση, όμως, που δεν συνέτρεξε ή δεν συντρέχει ποινική ευθύνη
του
σε σχέση με το
εν λόγω περιουσιακό στοιχείο, έχει τα δικαιώματα του ευρέτη και εφαρμόζονται
αναλόγως τα
άρθρα 1086 και 1087 Α.Κ.»
*** Η
παράγραφος 5 προστέθηκε με το άρθρο 4 Ν.4065/2012,ΦΕΚ Α 77/9.4.2012.
*** Βλ. την
απόφ. Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων με Αριθμ. πρωτ. 5407, Διεκπ. 3732 (ΦΕΚ
Β
1306/30.5.2013)"Περιεχόμενο
του εντύπου της ειδικής δήλωσης κατά το άρθρο 2, παρ. 5,
περίπτωση α`
και περίπτωση ζ του Ν. 3213/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει".
«Ελλείψεις ή
ανακρίβειες της δήλωσης που οφείλονται σε ελαφρά αμέλεια, μπορούν να
συμπληρωθούν
από τον υπόχρεο αυθορμήτως και προ πάσης κίνησης εις βάρος του οποιασδήποτε
αρμόδιας
αρχής».
*** Η πιο πάνω
τελευταία παράγραφος προστέθηκε με
το άρθρο 10
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α 77/9.4.2012
Αρθρο 3
1.α. Οι δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις
περιπτώσεις α`
έως και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου
υποβάλλονται
στην Επιτροπή του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146 Α`).
β.i. Ο έλεγχος,
πέραν της διαπίστωσης του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης,
περιλαμβάνει,
σε κάθε περίπτωση, τη διακρίβωση, εάν η απόκτηση νέων
περιουσιακών
στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων, δικαιολογείται από το ύψος
των πάσης
φύσεως εσόδων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης των υπόχρεων
σε δήλωση
προσώπων.
ii. Με απόφαση
του Προέδρου της Βουλής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως,
ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά στο αντικείμενο, στη διαδικασία
ελέγχου, καθώς
επίσης στην οργάνωση και τη λειτουργία της Επιτροπής για την
εξέλεγξη των
δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των ανωτέρω προσώπων.
γ.i. Η Επιτροπή
συγκαλείται ειδικά για τον έλεγχο των δηλώσεων με απόφαση
του προέδρου
της, μετά την περάτωση του ελέγχου των οικονομικών των
πολιτικών
κομμάτων, κατά την πρόβλεψη της παρ. 6 του άρθρου 21 του Ν.
3023/2002.
ii. Για την
εκπλήρωση της αποστολής της, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη
διενέργεια
λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών
πράξεων σε
ορκωτούς ελεγκτές και ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν
λεπτομερώς τα
στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών και
συντάσσουν
αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή για την υποβοήθηση
του έργου της.
(Στον έλεγχο
που διεξάγεται για τον ανωτέρω σκοπό δεν εφαρμόζονται οι
διατάξεις για
το τραπεζικό, χρηματιστηριακό και φορολογικό απόρρητο).
*** Το
τελευταίο εδάφιο της υποπερ.γ΄ii
διαγράφηκε με το άρθρο 9 παρ.1
Ν.3932/2011,ΦΕΚ
Α 49/10.3.2011.
"2. Οι
δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις
περιπτώσεις στ`
έως και ιε` της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου
υποβάλλονται
στη Γ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008."
*** Η
παρ.2,όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρ.4 Ν.3327/2005,ΦΕΚ Α 70,
αντικαταστάθηκε
ως άνω με το άρθρο 9 παρ.2 Ν.3932/2011,
ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.Βλ.
σχετικώς και άρθρο 13 παρ.1 και 7 του αυτού νόμου
3. Κατά την
έρευνα που διεξάγεται "από την Επιτροπή της παραγράφου
1, τόσο η
ίδια", όσο και οι ορκωτοί ελεγκτές
προβαίνουν σε
κάθε απαραίτητη
και πρόσφορη για την επίτευξη του σκοπού του ελέγχου νόμιμη
ενέργεια.
«Μπορούν ιδίως:
α) να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από οποιαδήποτε αρχή
και από
οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχουν αντιστοίχως, την
υποχρέωση να
δώσουν τις ζητούμενες πληροφορίες και τα στοιχεία που
βρίσκονται στην
κατοχή τους και β) να διατάσσουν την προσκόμιση εγγράφων και
την κλήση
μαρτύρων, τους οποίους εξετάζουν σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις
του Κώδικα
Ποινικής Δικονομίας. Κατά την έρευνα αυτή δεν εφαρμόζονται οι
διατάξεις για
το τραπεζικό, χρηματιστηριακό και φορολογικό απόρρητο.»
*** Το δεύτερο
εδάφιο της παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.6 άρθρ.4
Ν.3327/2005,ΦΕΚ
Α 70/11.3.2005.
*** Η φράση
"από τις Επιτροπές των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού,τόσο
οι ίδιες"
αντικαταστάθηκε από τη φράση "από την Επιτροπή της παραγράφου
1, τόσο η
ίδια",ως άνω,με το άρθρο 9 παρ.3 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
"4. Μετά
το πέρας του ελέγχου από την Επιτροπή της παραγράφου 1, αν δεν
διαπιστωθεί
παράβαση και η δήλωση κριθεί ειλικρινής, συντάσσεται στο σώμα
της πράξη του
διενεργήσαντος τον έλεγχο και τίθεται στο αρχείο. Εφόσον
διαπιστώνονται
παραβάσεις του νόμου και συντρέχει περίπτωση καταλογισμού
κατά το άρθρο
12 του παρόντος νόμου, συντάσσεται σχετική έκθεση, η οποία
αποστέλλεται
στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Αν
ανακύπτει
περίπτωση ποινικής ευθύνης, η έκθεση αποστέλλεται στο αρμόδιο για
την άσκηση
ποινικής δίωξης όργανο. Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη διερεύνησης
θεμάτων που
εμπίπτουν στην αρμοδιότητα φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση
αποστέλλεται
στην αρχή αυτή."
«Αν συντρέχει
περίπτωση εφαρμογής της περίπτωσης α` της παρ. 5 του άρθρου 2, συντάσσεται
σχετική έκθεση,
η οποία αποστέλλεται στον Υπουργό Οικονομικών. Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη
διερεύνησης
θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν.
3691/2008 ή
φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση αποστέλλεται και στην αρχή αυτή.»
*** Η παρ.4,όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρ.4
Ν.3327/2005,ΦΕΚ Α 70,
αντικαταστάθηκε
ως άνω με το άρθρο 9 παρ.4 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011,
τα δε δύο
τελευταία εδάφια αυτής προστέθηκαν με το
άρθρο 5 Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
"5. Κατά
τη διάρκεια του ελέγχου, η Επιτροπή της παραγράφου 1, δια του
προέδρου της,
μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις
ή να
προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής
προθεσμίας
είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί, με απόφαση του
προέδρου της,
για ισόχρονο διάστημα."
*** Η παρ.5
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 9 παρ.5 Ν.3932/2011,
ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
"6. Ο
Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί να
ζητά από την
Επιτροπή της παραγράφου 2 να διενεργεί έλεγχο σε συγκεκριμένα
πρόσωπα τα
οποία υποχρεούνται να υποβάλλουν δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 1,
όταν υπάρχει σε
βάρος τους επώνυμη καταγγελία, η οποία υποβάλλεται απευθείας
στον Υπουργό
από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή από Ανεξάρτητες Αρχές
ή από ελεγκτικά
σώματα της δημόσιας διοίκησης ή όταν με οποιονδήποτε τρόπο
δημοσιοποιούνται
στοιχεία σε βάρος τους. Οταν η διεξαγωγή του ελέγχου
στηρίζεται σε
προηγούμενη καταγγελία, τηρείται η ανωνυμία του
καταγγέλλοντος."
*** Η παρ.6
προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.4
Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
«7. Τα
αναφερόμενα στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008 πρόσωπα έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν
αμελλητί τις
αρμόδιες επιτροπές του παρόντος άρθρου όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις
ή
υποψίες ότι
διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να
διαπραχθεί
οποιαδήποτε
παράβαση των υποχρεώσεων των ελεγχόμενων που απορρέουν από τον παρόντα
νόμο ή τις κατ`
εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.»
*** Η
παράγραφος 7 προστέθηκε με το άρθρο 6
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
***
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Κατά το άρθρο 13 παρ.8 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011:
"8. Η
αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων
κατά την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως αυτή
προστέθηκε με
το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 3849/2010 (ΦΕΚ 80 Α`), ασκείται
ενώπιον της Γ
Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008".
"Αρθρο 4
Παράνομος πλουτισμός[6]
1. Υπόχρεος σε
δήλωση, ο οποίος επωφελούμενος από την ιδιότητα του αποκτά ή
προσπορίζει σε
τρίτον αθέμιτο περιουσιακό όφελος, τιμωρείται με φυλάκιση
τουλάχιστον
τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες
(20.000) ευρώ
έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.
2. Ο υπαίτιος
των παραπάνω πράξεων τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10)
ετών και με
χρηματική ποινή από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ έως ένα
εκατομμύριο
πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ:
(α) αν το
αποκτηθέν ή προσπορισθέν αθέμιτο περιουσιακό όφελος υπερβαίνει
συνολικά το
ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, ή
(β) αν ενεργεί
κατ` επάγγελμα ή είναι υπότροπος.
3. Με τις
ποινές των παραγράφων 1 και 2 τιμωρούνται και οι τρίτοι που
πορίζονται το
αθέμιτο όφελος που προκύπτει από τα αδικήματα των παραγράφων 1
και 2 εν γνώσει
της τέλεσης αυτών από τον υπόχρεο σε δήλωση.
4. Οι παραπάνω
διατάξεις εφαρμόζονται, εφόσον η πράξη του υπόχρεου σε δήλωση
ή του τρίτου
δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη."
*** Το αρχικό
άρθρο 4 καταργήθηκε και το πιο πάνω νέο άρθρο 4 προστέθηκε
με τα άρθρα 1
παρ.5 και 2 αντίστοιχα Ν.3849/2010, ΦΕΚ
Α 80/26.5.2010.
"Αρθρο 5[7]
Προσφορά για άσκηση επιρροής
1. Οποιος
αξιώνει, λαμβάνει ή δέχεται υπόσχεση οικονομικού ανταλλάγματος για
τον ίδιο ή
τρίτο, προκειμένου ο ίδιος ή ο τρίτος να ασκήσει επιρροή σε
πρόσωπο υπόχρεο
σε δήλωση ώστε να λάβει απόφαση που ανάγεται στα υπηρεσιακά
του καθήκοντα,
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική
ποινή από
δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ έως επτακόσιες πενήντα χιλιάδες
(750.000) ευρώ.
Με την ίδια ποινή τιμωρείται και αυτός που υπόσχεται ή
προσφέρει
οικονομικό αντάλλαγμα σε άλλον, προκειμένου αυτός που το λαμβάνει ή
τρίτος να
ασκήσει επιρροή σε πρόσωπο υπόχρεο σε δήλωση ώστε να λάβει απόφαση
που ανάγεται
στα υπηρεσιακά του καθήκοντα. Σε κάθε περίπτωση, είναι αδιάφορο
αν η επιρροή
ασκήθηκε ή όχι ή αν η επιρροή που ασκήθηκε οδηγεί ή όχι στο
σκοπούμενο
αποτέλεσμα.
2. Εάν η αξία
των ανταλλαγμάτων υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εβδομήντα
τριών χιλιάδων
(73.000) ευρώ ή αν ο υπαίτιος ενεργεί κατ` επάγγελμα ή είναι
υπότροπος,
επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή από
τριάντα
χιλιάδες (30.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες
(1.500.000)
ευρώ."
*** Το αρχικό
άρθρο 5 καταργήθηκε και το πιο πάνω νέο άρθρο 5 προστέθηκε
με τα άρθρα 1
παρ.5 και 3 αντίστοιχα Ν.3849/2010, ΦΕΚ
Α 80/26.5.2010.
"Αρθρο 6[8]
Μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης
1. Υπόχρεος σε
δήλωση που παραλείπει να υποβάλλει δήλωση ή υποβάλλει
ανακριβή ή
ελλιπή δήλωση τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και
με χρηματική
ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες
(500.000) ευρώ.
2. Ο υπαίτιος
των παραπάνω πράξεων τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10)
ετών και με
χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα
εκατομμύριο
(1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης
περιουσίας του
ιδίου και των λοιπών προσώπων για τα οποία αυτός οφείλει να
υποβάλει δήλωση
υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων (300.000) χιλιάδων
ευρώ,
ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την
υποβολή
ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
3. Αν οι
πράξεις της παραγράφου 1 τελέστηκαν από αμέλεια, επιβάλλεται
χρηματική ποινή
από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000)
ευρώ."
"Όμως το
δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις
περιστάσεις,
μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες."
*** Το δεύτερο
εδάφιο της παραγράφου 3 προστέθηκε με το άρθρο 10
Ν.3932/2011,ΦΕΚ
Α 49/10.3.2011.
«4. Τρίτος ο
οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην
παράλειψη
δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και
με
χρηματική
ποινή.
5. Τα φυσικά
πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν. 3691/2008
που παραβιάζουν
την υποχρέωση γνωστοποίησης της παρ. 7 του άρθρου 3 του παρόντος
τιμωρούνται με
φυλάκιση μέχρι δύο ετών.»
*** Οι
παράγραφοι 4 και 5 προστέθηκαν με το
άρθρο 7 Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
*** Το αρχικό
άρθρο 6 καταργήθηκε και το πιο πάνω νέο άρθρο 6 προστέθηκε
με τα άρθρα 1
παρ.5 και 4 αντίστοιχα Ν.3849/2010, ΦΕΚ
Α 80/26.5.2010.
"Αρθρο 7
Παρακώλυση ελέγχου - Μη σύννομη δημοσίευση δήλωσης
1. Τρίτος, ο
οποίος αρνείται την παροχή στοιχείων και πληροφοριών, καθώς και
όποιος
παρεμποδίζει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο
"της
περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου προσώπου"
τιμωρείται με φυλάκιση
τουλάχιστον έξι
(6) μηνών.
*** Η φράση
"που διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου"
της παρ.1
αντικαταστάθηκε με τη φράση "της περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου
προσώπου",ως
άνω,με το άρθρο 11 παρ.1 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
2. Με την ίδια
ποινή τιμωρείται όποιος δημοσιεύει τη δήλωση περιουσιακής
κατάστασης
υπόχρεου ή υπόχρεων προσώπων με τρόπο που αντιβαίνει στις
διατάξεις της
παραγράφου 3 του άρθρου 2."
*** Το αρχικό
άρθρο 7 καταργήθηκε και το πιο πάνω νέο άρθρο 7 προστέθηκε
με τα άρθρα 1
παρ.5 και 5 αντίστοιχα Ν.3849/2010, ΦΕΚ
Α 80/26.5.2010.
"3. Με την
ίδια ποινή τιμωρείται, επίσης, όποιος, παρ` ότι είναι υπεύθυνος,
σύμφωνα με τις
διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1, για τη σύνταξη και
διαβίβαση καταλόγου
των υπόχρεων προσώπων των περιπτώσεων ζ`, η`, ιβ`, ιγ`,
ιδ` και ιε` της
παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, παραλείπει τη σύνταξη και
διαβίβαση του
καταλόγου αυτού."
*** Η παρ.3
προστέθηκε με το άρθρο 11 παρ.2 Ν.3932/2011,ΦΕΚ Α 49/10.3.2011.
"Αρθρο 8
Συμμετοχή σε εξωχώρια εταιρεία
1. Στα μέλη της
Κυβέρνησης, στους Υφυπουργούς, στους αρχηγούς των πολιτικών
κομμάτων που εκπροσωπούνται
στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στους
βουλευτές και
ευρωβουλευτές, στον γενικό γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου,
στους γενικούς
και ειδικούς γραμματείς Υπουργείων, στους γενικούς γραμματείς
περιφερειών,
στους προέδρους των διευρυμένων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων,
στους νομάρχες
και τους δημάρχους, στους δικαστικούς και εισαγγελικούς
λειτουργούς,
στους προέδρους, διοικητές, υποδιοικητές και γενικούς διευθυντές
πιστωτικών
ιδρυμάτων, που ελέγχονται από το κράτος, καθώς επίσης στα πρόσωπα
των περιπτώσεων
θ` και ι` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 απαγορεύεται να
συμμετέχουν
είτε οι ίδιοι είτε με παρένθετα πρόσωπα στο κεφάλαιο ή στη
διοίκηση
εξωχώριων εταιρειών.
2. Η κατά
παράβαση της παραγράφου 1 άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε εξωχώρια
εταιρεία
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική
ποινή από δέκα
χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000)
ευρώ."
*** Το αρχικό
άρθρο 8 αναριθμήθηκε σε 14 και το πιο πάνω νέο άρθρο 8
προστέθηκε με
τα άρθρα 1 παρ.5 και 6 αντίστοιχα του
Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
"Αρθρο 9[9]
Γενικές ποινικές διατάξεις
1. Οπου στις
διατάξεις των προηγούμενων άρθρων προβλέπεται αθροιστικά ποινή
στερητική της
ελευθερίας και χρηματική, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 83 περ. ε`
του Ποινικού
Κώδικα.
2. Στον υπαίτιο
των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 παράγραφοι
1 και 2 και 8
παράγραφος 2 επιβάλλεται και αποστέρηση των πολιτικών του
δικαιωμάτων από
ένα (1) έως πέντε (5) έτη, αν η ποινή είναι φυλάκιση, και από
δύο (2) έως
δέκα (10) έτη, αν η ποινή είναι κάθειρξη. Η έκπτωση του υπαιτίου
από το αιρετό
δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό αξίωμα ή τη δημόσια, δημοτική ή
κοινοτική θέση
που κατέχει, ως συνέπεια της αποστέρησης των πολιτικών του
δικαιωμάτων,
επέρχεται αυτοδικαίως μόλις η καταδικαστική απόφαση καταστεί
αμετάκλητη και
δεν μπορεί να αποκλειστεί με εφαρμογή του άρθρου 64 του
Ποινικού
Κώδικα.
3.α. Τα
περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν προϊόν κάποιου από τα αδικήματα
των άρθρων 4
και 5 ή που αποκτήθηκαν αμέσως ή εμμέσως από προϊόν τέτοιων
αδικημάτων
δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση.
Αν τα παραπάνω
περιουσιακά στοιχεία έχουν αναμιχθεί με περιουσία που
αποκτήθηκε από
νόμιμες πηγές, η περιουσία αυτή υπόκειται σε δήμευση μέχρι την
καθορισμένη
αξία των αναμειχθέντων περιουσιακών στοιχείων. Το εισόδημα ή άλλα
οφέλη που
προέρχονται από την αξιοποίηση του προϊόντος κάποιου από τα
αδικήματα των
άρθρων 4 και 5 ή από περιουσία που αποκτήθηκε με τα προϊόντα
αυτά ή από
περιουσία με την οποία έχουν αυτά αναμιχθεί, υπόκεινται επίσης σε
δήμευση στον
ίδιο βαθμό, όπως τα προϊόντα του αδικήματος.
«β. Τα
περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου από τα αδικήματα
των
παραγράφων 1
και 2 του άρθρου 6, και εφόσον δεν έχει προηγηθεί εφαρμογή της παρ. 5 του
άρθρου 2,
δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη
νόμιμη
προέλευση τους
και ότι η μη υποβολή ή η υποβολή ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης δεν οφείλεται
σε δόλο.»
*** Η περίπτωση
β΄αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 8
Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α
77/9.4.2012.
γ. Το μερίδιο
συμμετοχής που ανήκει άμεσα ή έμμεσα στον υπαίτιο του
αδικήματος της
παραγράφου 2 του άρθρου 8 και τα προϊόντα, το εισόδημα ή τα
άλλα οφέλη που
αποκτήθηκαν από το μερίδιο αυτό ή τη συμμετοχή στη διοίκηση
της εξωχώριας
εταιρείας δημεύονται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση.
δ. Αν τα
περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με τις
παραπάνω
διατάξεις, δεν υπάρχουν πλέον, δεν έχουν βρεθεί, δεν είναι δυνατόν
να κατασχεθούν
ή ανήκουν σε τρίτο σε βάρος του οποίου δεν είναι δυνατόν να
επιβληθεί
δήμευση, δημεύονται περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου ίσης αξίας με
αυτά κατά το
χρόνο της καταδικαστικής απόφασης, όπως προσδιορίζονται από το
δικαστήριο. Το
δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει και χρηματική ποινή μέχρι το
ποσό της αξίας
των περιουσιακών στοιχείων, αν κρίνει ότι δεν υπάρχουν
πρόσθετα
περιουσιακά στοιχεία για δήμευση ή τα υπάρχοντα υπολείπονται της
αξίας των
υποκειμένων σε δήμευση.
4. Η διάταξη
του άρθρου 263Β του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται και στα
εγκλήματα των
άρθρων 4, 5 και 8 παρ. 2 του παρόντος νόμου."
*** Το αρχικό
άρθρο 9 αναριθμήθηκε σε 15 και το πιο πάνω νέο άρθρο 9
προστέθηκε με
τα άρθρα 1 (παρ.5) και 7 αντίστοιχα του
Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
«Αρθρο 10.- Ποινική διαδικασία.
1. Για τις
αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως και 8 των υπόχρεων προσώπων
που αναφέρονται
στις περιπτώσεις α` έως και στ` και ια` της παραγράφου 1 του άρθρου 1, με την
επιφύλαξη των
διατάξεων των άρθρων 62, 85 και 86 παρ.1 και 2 του Συντάγματος, του
Κανονισμού της
Βουλής και του νόμου για την ποινική ευθύνη των Υπουργών, η ποινική δίωξη
ασκείται από
τον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών και ενεργείται ανάκριση στο εφετείο, ύστερα από
παραγγελία του
εισαγγελέα και ορισμό εφέτη ανακριτή από την ολομέλεια του οικείου εφετείου.
Για
την κατηγορία,
εφόσον αυτή έχει χαρακτήρα κακουργήματος, αποφαίνεται το συμβούλιο των
εφετών σε πρώτο
και τελευταίο βαθμό.
2. Για τις
αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως και 8 των λοιπών υπόχρεων
προσώπων, που
αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1, στο άρθρο 14, καθώς και σε
άλλους ειδικούς
νόμους, η ποινική δίωξη ασκείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών
και ενεργείται
με παραγγελία για προανάκριση ή κύρια ανάκριση, ανάλογα με τη βαρύτητα της
πράξης. Για την
κατηγορία, εφόσον αυτή έχει χαρακτήρα κακουργήματος, αποφαίνεται το
συμβούλιο πλημμελειοδικών.
3. Αρμόδιο
δικαστήριο για την εκδίκαση των πράξεων που τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος
είναι το
τριμελές εφετείο, ενώ για τις σε βαθμό πλημμελήματος το τριμελές
πλημμελειοδικείο.
4. Κατά τα
λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.»
*** Το άρθρο 10
το οποίο είχε προστεθεί με το άρθρο 8
του Ν.3849/2010,
(ΦΕΚ Α 80) και
τροποποιηθεί με το άρθρο 75 παρ. 3 του
ν. 3994/2011 (Α 165)
αντικαταστάθηκε
ως άνω με το άρθρο 36 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012.
Σύμφωνα δε με
τις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 110 του αυτού νόμου:
"7.
Υποθέσεις του άρθρου 36 οι οποίες δεν έχουν παραπεμφθεί στο ακροατήριο του
αρμοδίου
μέχρι τη
δημοσίευση του παρόντος νόμου δικαστηρίου με επίδοση κλητηρίου θεσπίσματος ή
κλήσης στον
κατηγορούμενο, εισάγονται αμέσως με πράξη του εισαγγελέα εφετών στο κατά τόπον
και σύμφωνα με
τις νέες διατάξεις καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο.
8. Υποθέσεις
του άρθρου 36 που εκκρεμούν στην ανάκριση ή σε οποιοδήποτε στάδιο και σε
οποιονδήποτε
βαθμό συνεχίζονται σύμφωνα με τις νέες διατάξεις. Οι πράξεις της ποινικής
προδικασίας που
τελέστηκαν υπό την ισχύ των διατάξεων που τροποποιούνται με το άρθρο 36
διατηρούν το
κύρος τους".
"Αρθρο 11
Δέσμευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών
στοιχείων
1. Οταν η
τακτική ανάκριση αφορά κάποιο από τα αδικήματα των άρθρων 4,5,6
παράγραφοι 1
και 2 και του άρθρου 8, μπορεί ο ανακριτής, με σύμφωνη γνώμη του
εισαγγελέα, να
απαγορεύσει την κίνηση κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων ή
χρηματοπιστωτικών
προϊόντων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή
χρηματοπιστωτικό
οργανισμό, καθώς και το άνοιγμα των θυρίδων θησαυροφυλακίου
του
κατηγορουμένου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο,
εφόσον υπάρχουν
βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα
χρηματοπιστωτικά
προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν περιουσιακά στοιχεία που
μπορούν να
υπαχθούν σε δήμευση σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παράγραφο 3
του άρθρου 9.
Σε περίπτωση διεξαγωγής προκαταρκτικής εξέτασης, η απαγόρευση
της κίνησης των
λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή του
ανοίγματος των
θυρίδων μπορεί να διαταχθεί από το δικαστικό συμβούλιο. Η
διάταξη του
ανακριτή ή το βούλευμα του συμβουλίου επέχει θέση έκθεσης
κατάσχεσης,
εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορούμενου ή του
τρίτου, δεν
είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο,
χρηματοπιστωτικό
προϊόν ή θυρίδα και επιδίδεται στον κατηγορούμενο και στο
νόμιμο
εκπρόσωπο του πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού
ή στον
διευθυντή του υποκαταστήματος του τόπου όπου εδρεύει ο ανακριτής ή ο
εισαγγελέας. Σε
περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών
προϊόντων ή
κοινής θυρίδας, επιδίδεται και στον τρίτο.
2. Η απαγόρευση
της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από τη χρονική στιγμή της
επίδοσης στο
πιστωτικό ίδρυμα ή στο χρηματοπιστωτικό οργανισμό της διάταξης
του ανακριτή ή
του βουλεύματος. Από τότε απαγορεύεται το άνοιγμα της θυρίδας
και είναι άκυρη
έναντι του Δημοσίου εκταμίευση χρημάτων από το λογαριασμό ή
εκποίηση τίτλων
ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Διευθυντικό στέλεχος ή
υπάλληλος του
πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού, που
παραβαίνει με
πρόθεση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής τιμωρείται με
φυλάκιση μέχρι
δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή.
3. Αν
συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, ο ανακριτής ή το
δικαστικό
συμβούλιο μπορεί να διατάξει την απαγόρευση εκποίησης ορισμένου
ακινήτου του
κατηγορουμένου. Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα επέχει θέση
έκθεσης
κατάσχεσης, εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορουμένου και
επιδίδεται στον
κατηγορούμενο και στον προϊστάμενο του αρμόδιου
Υποθηκοφυλακείου
ή κτηματολογικού γραφείου, ο οποίος υποχρεούται να προβεί
την ίδια ημέρα
σε σχετική σημείωση στα οικεία βιβλία και να αρχειοθετήσει το
έγγραφο που του
κοινοποιήθηκε. Κάθε δικαιοπραξία, υποθήκη, κατάσχεση ή άλλη
πράξη που
εγγράφεται στα βιβλία του υποθηκοφυλακείου ή κτηματολογικού
γραφείου μετά
την εγγραφή της πιο πάνω σημείωσης είναι άκυρη έναντι του
Δημοσίου. Με
απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων,
καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου
αυτής.
4. Ο
κατηγορούμενος, σε βάρος του οποίου διενεργείται προκαταρκτική εξέταση
και ο τρίτος
δικαιούνται να ζητήσουν την άρση της διάταξης του ανακριτή ή την
ανάκληση του
βουλεύματος, με αίτηση που απευθύνεται προς το δικαστικό
συμβούλιο και
κατατίθεται στον ανακριτή ή στον εισαγγελέα, μέσα σε είκοσι
(20) ημέρες από
την επίδοση σε αυτόν τις διάταξης ή του βουλεύματος. Η
υποβολή της
αίτησης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διάταξης ή του
βουλεύματος. Η
διάταξη ή το βούλευμα μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε, αν
προκύψουν νέα
στοιχεία."
*** Το αρχικό
άρθρο 11 αναριθμήθηκε σε 17 και το πιο πάνω νέο άρθρο 11
προστέθηκε με
τα άρθρα 1 (παρ.5) και 9 αντίστοιχα του
Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
"Αρθρο 12[10]
Καταλογισμός
Εις βάρος του
ελεγχομένου καταλογίζεται χρηματικό ποσό ίσης αξίας με το
περιουσιακό
όφελος, το οποίο απέκτησε ο ίδιος, ο / η σύζυγος του ή ανήλικο
τέκνο του,
εφόσον η προέλευση του περιουσιακού οφέλους δεν δικαιολογείται. Ο
Καταλογισμός
γίνεται υπέρ του Δημοσίου από το αρμόδιο τμήμα του Ελεγκτικού
Συνεδρίου,
σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις."
*** Το αρχικό
άρθρο 12 αναριθμήθηκε σε 18 και το πιο πάνω νέο άρθρο 12
προστέθηκε με
τα άρθρα 1 (παρ.5) και 10 αντίστοιχα του
Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
"Αρθρο 13
Περιορισμοί διενέργειας χρηματιστηριακών συναλλαγών
1. Οι
περιορισμοί των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 32 του ν. 2843/2000 (ΦΕΚ
219 Α`)
επεκτείνονται στους βουλευτές και ευρωβουλευτές, στον γενικό
γραμματέα του
Υπουργικού Συμβουλίου, στους γενικούς γραμματείς περιφερειών,
στους προέδρους
των διευρυμένων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, στους νομάρχες
και στους
δημάρχους, καθώς επίσης στα πρόσωπα των περιπτώσεων θ`, ι` και ια`
της παραγράφου
1 του παρόντος νόμου. Στους ίδιους περιορισμούς υπόκεινται οι
πρόεδροι, οι
διοικητές, οι υποδιοικητές και οι γενικοί διευθυντές πιστωτικών
ιδρυμάτων που
ελέγχονται από το κράτος, όταν ενεργούν ατομικά, καθώς και για
λογαριασμό των
συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους.
"2. Ως
Επιτροπή κατά την παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 2843/2000 θεωρείται η
αντίστοιχη της
παρ. 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου ή η Γ Μονάδα της Αρχής
του άρθρου 7
του ν. 3691/2008."
*** Η παρ.2
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 12 Ν.3932/2011,
ΦΕΚ Α
49/10.3.2011.
*** Το άρθρο 13
προστέθηκε με το άρθρο 11 του Ν.3849/2010,
ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
Αρθρο (8) 14
Ειδικές ρυθμίσεις για το σώμα επιθεωρητών -
ελεγκτών δημόσιας διοίκησης και
άλλες κατηγορίες ελεγχόμενων προσώπων
1. Στο Σώμα
Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης εξακολουθεί να ανήκει ο
έλεγχος της
περιουσιακής κατάστασης των υπαλλήλων του Δημοσίου, των
οργανισμών
τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και των
επιχειρήσεών
τους, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κρατικών
νομικών
προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων τη διοίκηση των
οποίων ορίζει
άμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, κατά την
ειδικότερη
πρόβλεψη του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 3074/2002 (ΦΕΚ 296 Α΄), με
εξαίρεση όσους
υπαλλήλους περιλαμβάνονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του
παρόντος νόμου.
2.α. Οι
δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης του αστυνομικού προσωπικού του Υπουργείου
Δημόσιας Τάξης,
των συνοριακών φυλάκων και των ειδικών φρουρών, των συζύγων και των
τέκνων τους,
υποβάλλονται στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας,
από την οποία
και ελέγχονται
*** Βλ. σχ. ΠΔ
106/2006 (Σύσταση Τμήματος Παραλαβής και Ελέγχου Δηλώσεων
Περιουσιακής
Κατάστασης στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων )
β. Με προεδρικό
διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών
Οικονομίας και
Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης
και Δημόσιας
Τάξης, καθορίζονται οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης περιουσιακής
κατάστασης, η
διαδικασία, ο τύπος και ο τρόπος υποβολής των σχετικών
δηλώσεων, η
διαδικασία ελέγχου και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
γ. Με απόφαση
του Υπουργού Δημόσιας Τάξης καθορίζεται ο χρόνος υποβολής της
δήλωσης
περιουσιακής κατάστασης των ανωτέρω.
3."α. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης του
προσωπικού του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής
Ακτοφυλακής,
των συζύγων και των τέκνων τους υποβάλλονται στην Υπηρεσία Εσωτερικών
Υποθέσεων του
Αρχηγείου, από την οποία και ελέγχονται. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης
του προσωπικού
της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων (Υ.Ε.Υ.) κατά τη διάρκεια της θητείας στην
Υ.Ε.Υ.
υποβάλλονται στη Γ` Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της
Αρχής
Καταπολέμησης
της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της
Χρηματοδότησης
της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του ν.
3932/2011 (Α`
49)."
***Η περ.α`
αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.8 του άρθρου 21 του Ν. 4058/2012
(ΦΕΚ
Α΄63/22/03/2012)
β. Οι δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης των πολιτικών υπαλλήλων του Υπουργείου
Εμπορικής
Ναυτιλίας και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου
υποβάλλονται και ελέγχονται από το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας
Διοίκησης.
" γ. Με
προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών,
Εσωτερικών,
Αποκέντρωσης
και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται οι
υπόχρεοι από το
προσωπικό του Λιμενικού Σώματος -Ελληνικής Ακτοφυλακής για την υποβολή
δήλωσης
περιουσιακής κατάστασης, η διαδικασία και ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων και
του
ελέγχου τους,
καθώς επίσης κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια."
***Η περ.γ`
αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.8 του άρθρου 21 του Ν. 4058/2012
(ΦΕΚ
Α΄63/22/03/2012)
"δ. Με
απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται ο χρόνος υποβολής της
δήλωσης
περιουσιακής κατάστασης των περιπτώσεων α` και γ`."
***Η περ.δ`
αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.8 του άρθρου 21 του Ν. 4058/2012
(ΦΕΚ
Α΄63/22/03/2012)
"4. Στο
πλαίσιο των ελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών που διενεργούνται από το Σώμα
Επιθεωρητών
-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, είναι δυνατή η άρση του τραπεζικού,
χρηματιστηριακού
και φορολογικού απορρήτου εμπλεκόμενων προσώπων με απόφαση του
Ειδικού
Γραμματέα του Σώματος."
*** Η παρ.4
αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.7 άρθρο 4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α
263/23.11.2007.
"5. Ο
Υπουργός Προστασίας του Πολίτη μπορεί να ζητά από τις αρμόδιες κατά
περίπτωση Υπηρεσίες
να διενεργούν έλεγχο συγκεκριμένων υπόχρεων σε υποβολή
δήλωσης
αστυνομικών και λιμενικών, όταν υπάρχει επώνυμη καταγγελία σε βάρος
τους η οποία
υποβάλλεται απευθείας στον Υπουργό από οποιοδήποτε φυσικό ή
νομικό πρόσωπο
ή από Ανεξάρτητες Αρχές ή από ελεγκτικά σώματα της δημόσιας
διοίκησης ή
όταν με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιοποιούνται στοιχεία σε βάρος
τους. Οταν η
διεξαγωγή του ελέγχου στηρίζεται σε προηγούμενη καταγγελία,
τηρείται η
ανωνυμία του καταγγέλλοντος."
*** Η παρ.5
προστέθηκε με την παρ.6 άρθρου 1 Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
*** Τα άρθρα
8-12 του παρόντος νόμου αναριθμήθηκαν σε 14 έως 18 με την παρ.5
άρθρου 1
Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
Αρθρο (9) 15
Μεταβατικές διατάξεις
1. Κατά την
πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, ο κατάλογος της παρ. 3 του
άρθρου 1
διαβιβάζεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του.
2. Οσοι ανήκουν
σε κατηγορίες προσώπων, για τις οποίες επιβάλλεται για
πρώτη φορά η
υποχρέωση υποβολής δήλωσης, υποβάλλουν τη σχετική δήλωσή τους
μέσα σε
ενενήντα (90) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος.
3.α. Ο έλεγχος
των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των
περιπτώσεων α`
έως και ε` της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος, ανάγεται,
υποχρεωτικώς,
ως το έτος 1990.
β. Για τις
λοιπές κατηγορίες των υποχρέων σε δήλωση, ο έλεγχός τους είναι
δυνατόν να
αναχθεί, κατά την κρίση της πενταμελούς Επιτροπής, ως το έτος
1990.
4. Η πώληση
μετοχών ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιριών εισηγμένων ή μη στο
χρηματιστήριο
δεν εμπίπτει στους περιορισμούς του άρθρου 7 παρ. 1 του
παρόντος νόμου,
εφόσον η απόκτησή τους έγινε πριν από την έναρξη ισχύος του.
"5. Ως την
έκδοση και δημοσίευση των προβλεπόμενων στο νόμο αυτόν, για την
εφαρμογή του,
υπουργικών αποφάσεων, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των
άρθρων 25 έως
και 29 του Ν. 2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α). Η προθεσμία του πρώτου
εδαφίου της
παρ. 2 του άρθρου 1 ισχύει και για την εφαρμογή της παρούσας
παραγράφου."
*** Η παρ.5
προστέθηκε με την παρ.4β άρθρου 13 Ν.3242/2004,
ΦΕΚ Α
102/24.5.2004
*** Τα άρθρα
8-12 του παρόντος νόμου αναριθμήθηκαν σε 14 έως 18 με την παρ.5
άρθου 1
Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
Αρθρο (10) 16
Το πρώτο εδάφιο
της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146 Α)
αντικαθίσταται
ως εξής:
"Η
επιτροπή αποτελείται από έναν βουλευτή εκπρόσωπο κάθε κόμματος ή
συνασπισμού
κομμάτων που εκπροσωπείται στη Βουλή, καθώς και από ένα μέλος
του Συμβουλίου
της Επικρατείας, ένα του Αρείου Πάγου και ένα του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, οι
οποίοι ορίζονται με κλήρωση με τους αναπληρωματικούς τους από
τις ολομέλειες
των αντίστοιχων δικαστηρίων."
*** Τα άρθρα
8-12 του παρόντος νόμου αναριθμήθηκαν σε 14 έως 18 με την παρ.5
άρθου 1
Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
Αρθρο (11) 17
Η παρ. 3 του
άρθρου 4 του Ν. 3115/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
"3. Τα
μέλη της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (Α.Δ.Α.Ε.)
τελούν, κατά τη
διάρκεια της θητείας τους, σε αναστολή άσκησης οποιουδήπστε
δημόσιου
λειτουργήματος ή επαγγέλματος και δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνουν
άλλα καθήκοντα,
αμειβόμενα ή μη στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα. Στα μέλη
της Α.Δ.Α.Ε.,
εκτός του Προέδρου που είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης,
επιτρέπεται η άσκηση διδακτικών καθηκόντων μέλους διδακτικού
προσωπικού
πανεπιστημίων υπό καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης."
*** Τα άρθρα
8-12 του παρόντος νόμου αναριθμήθηκαν σε 14 έως 18 με την παρ.5
άρθου 1
Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
Αρθρο (12) 18
Τελικές διατόξεις
1. Από την
έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 24 έως
και 29 του Ν.
2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α), 7 του Ν. 2622/1998 (ΦΕΚ 138 Α) και 54
του Ν.
2935/2001 (ΦΕΚ 162 Α).
2. Η ισχύς του
νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.
*** Τα άρθρα
8-12 του παρόντος νόμου αναριθμήθηκαν σε 14 έως 18 με την παρ.5
άρθου 1
Ν.3849/2010,ΦΕΚ Α 80/26.5.2010.
Παραγγέλλομε τη
δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και
την εκτέλεσή
του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 24
Δεκεμβρίου 2003
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩNΣΤANΤINΟΣ
ΣΤEΦANΟΠΟYΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓOI
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΚΑΙ
ΟIΚΟΝΟΜΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ
AΠΟKENTPΩΣHΣ
Ν.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΠEPIBAΛΛΟNTΟΣ,
ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ
ANAΠTYΞHΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
ΑΠ. - ΑΘ.
ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
ΕΘΝΙΚΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ
ΚΑΙ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Π.
ΕΥΘΥΜΙΟΥ Φ.
ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ EMΠΟPIKHΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Γ.
ΦΛΩΡΙΔΗΣ Γ.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
TYΠΟΥ ΚΑΙ ΜΕΣΩΝ
ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ
Χ. ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΣ
Θεωρήθηκε και
τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 24
Δεκεμβρίου 2003
Ο EΠΙ THΣ
ΔIKAIΟΣΥNHΣ ΥΠΟYPΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 4065 (ΦΕΚ Α΄
77/09.04.2012)
Τροποποίηση του ν. 3213/2003 «Δήλωση και έλεγχος
περιουσιακής κατάστασης βουλευτών,
δημοσίων λειτουργών, ιδιοκτητών ΜΜΕ και άλλων
κατηγοριών προσώπων» και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
Εκδίδομε τον
ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Αρθρο 1
1. Η
προβλεπόμενη από το άρθρο 21 του ν. 3023/2002 (Α` 146) Επιτροπή διευρύνεται με
τη
συμμετοχή ενός
καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ενός καθηγητή του
Τμήματος
Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών οριζόμενων με τους αναπληρωτές τους κατά τις
ισχύουσες
διατάξεις και συμμετέχουν σε αυτή μέχρις ολοκληρώσεως του αναφερόμενου στη
συνέχεια έργου,
σύμφωνα με τις συμπληρωματικώς προς τις ήδη ισχύουσες για αυτήν, διατάξεις
που ακολουθούν.
Σκοπός της
Επιτροπής με την ειδική αυτή σύνθεση είναι ο επανέλεγχος ή και ο αρχικός
έλεγχος
των δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης ετών 1974 έως και 2012 των εν ζωή ευρισκόμενων
πολιτικών
(κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών) που διετέλεσαν ή διατελούν, από το
έτος
1974 έως και το
2012 Πρωθυπουργοί, Αρχηγοί πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο
Εθνικό
Κοινοβούλιο, Υπουργοί, Αναπληρωτές Υπουργοί και Υφυπουργοί Κυβερνήσεων, καθώς
και
των συζύγων και
των ανηλίκων τέκνων τους.
2. Ο
επανέλεγχος ή και ο αρχικός έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης από την
Επιτροπή του
άρθρου 21 του ν. 3023/2002 (Α` 146) περιλαμβάνει, πέραν της διαπίστωσης του
αληθούς
περιεχομένου αυτών, τη συγκριτική ανάλυση της εν γένει οικονομικής κατάστασης
των
ανωτέρω
προσώπων, καθώς και των συζύγων και ανηλίκων τέκνων τους, δύο (2) έτη πριν,
καθ`
όλη τη διάρκεια
κτήσης της ιδιότητας, καθώς και για δύο (2) έτη μετά την, για οποιονδήποτε
λόγο,
παύση της
ιδιότητας, καθώς και τη διακρίβωση, εάν κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, η
απόκτηση νέων ή
η επαύξηση υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων από τα ανωτέρω πρόσωπα,
δικαιολογείται
από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων τους, σε συνδυασμό με τις δαπάνες
διαβίωσης τους.
3. Ο Πρόεδρος
και τα μέλη της Επιτροπής απολαμβάνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους
προσωπικής,
διοικητικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεσμεύονται μόνο από το νόμο και
τη
συνείδηση τους.
4. Η Επιτροπή
συγκαλείται με απόφαση του Προέδρου της. Το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από
τη δημοσίευση
του παρόντος, διαβιβάζεται σε αυτή κατάλογος των ελεγχόμενων προσώπων και
κάθε άλλο
στοιχείο που μπορεί να υποβοηθήσει το έργο της Επιτροπής. Ο κατάλογος
συντάσσεται
με επιμέλεια
του Προέδρου της Βουλής.
5. Για την
εκπλήρωση της αποστολής της αυτής, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια
λογιστικής ή
οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς
ελεγκτές και
ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τις υποβληθείσες δηλώσεις
περιουσιακής
κατάστασης και τα συνοδεύοντα δικαιολογητικά και συντάσσουν αναλυτική έκθεση
που υποβάλλεται
στην Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της.
6. Με απόφαση
του Προέδρου της Βουλής ειδικώς για το έργο του επανελέγχου της περιουσιακής
κατάστασης των
ανωτέρω προσώπων από την Επιτροπή του άρθρου 21 του ν. 3023/2002 (Α`
146) με την
κατά την παρ. 1 του παρόντος διευρυμένη σύνθεση της και μόνον καθορίζονται ο
αριθμός των
ελεγκτών και ειδικών επιστημόνων, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία ορισμού
τους,
καθώς και κάθε
άλλο σχετικό θέμα.
7. Στον έλεγχο
που διεξάγεται από την Επιτροπή, καθώς και για την πραγματοποίηση των
ελεγκτικών
πράξεων που ενεργούνται κατ` εντολή της από ορκωτούς ελεγκτές, δεν εφαρμόζονται
οι διατάξεις
για το τραπεζικό, χρηματιστηριακό και φορολογικό απόρρητο.
8. Η Επιτροπή
όσο και οι ορκωτοί ελεγκτές προβαίνουν σε κάθε πρόσφορη και απαραίτητη, για
την επίτευξη
του σκοπού του επανελέγχου, νόμιμη ενέργεια. Μπορούν ιδίως: α) να ζητούν
πληροφορίες και
στοιχεία από οποιαδήποτε Αρχή, Υπηρεσία ή Οργανισμό του δημοσίου ή ιδιωτικού
τομέα, χωρίς
την προηγούμενη συναίνεση ή τη συγκατάθεση του ελεγχομένου, οι οποίες έχουν
αντιστοίχως,
την υποχρέωση να δώσουν τις ζητούμενες πληροφορίες και τα στοιχεία που
βρίσκονται στην
κατοχή τους και β) να διατάσσουν την προσκόμιση εγγράφων και την κλήση
μαρτύρων, τους
οποίους εξετάζουν σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Κώδικα Ποινικής
Δικονομίας.
Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, η Επιτροπή, δια του Προέδρου της, μπορεί να καλεί
τους
ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά
παραστατικά
στοιχεία, εντός
ρητής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί, με απόφαση
του Προέδρου
της, για ισόχρονο διάστημα.
9. Όποιος
εμποδίζει, με οποιονδήποτε τρόπο το ελεγκτικό έργο και ιδίως αρνείται την
παροχή
στοιχείων στην
Επιτροπή τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.
10. Η δαπάνη
από τη λειτουργία της Επιτροπής βαρύνει τον Προϋπολογισμό της Βουλής.
11. Με απόφαση
του Προέδρου της Βουλής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
ρυθμίζεται κάθε
θέμα που αφορά στο αντικείμενο, στη διαδικασία ελέγχου, καθώς επίσης στην
οργάνωση και
λειτουργία της Επιτροπής για τον επανέλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής
κατάστασης των
ανωτέρω προσώπων.
«Με όμοια
απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται η
αποζημίωση των
δικαστικών λειτουργών, των καθηγητών του Οικονομικού Πανεπιστημίου
Αθηνών και του
Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και του Γραμματέα της
Επιτροπής, η
οποία δεν δύναται να υπερβαίνει το όριο που προβλέπεται από την παρ. 2 του
άρθρου 21 του
ν. 4024/2011 (Α 226). Ο Πρόεδρος της Βουλής μπορεί να αποδίδει στην απόφαση
αυτή αναδρομική
ισχύ μέχρι και ένα έτος πριν από τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως».
*** Τα δύο
τελευταία εδάφια της παρ.11 προστέθηκαν με το άρθρο 18 Ν.4147/2013,
ΦΕΚ Α
98/26.4.2013.
12.«α. Ο
έλεγχος της Επιτροπής ολοκληρώνεται μέχρι την 30ή Ιουνίου 2014.»
*** Η περίπτωση
α΄αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 22
Ν.4161/2013,
ΦΕΚ Α
143/14.6.2013.
β) Μετά το
πέρας του ελέγχου συντάσσεται αναλυτική έκθεση στην οποία προσαρτάται ως
παράρτημα τυχόν
έκθεση ορκωτών ελεγκτών. Η έκθεση της Επιτροπής, με το παράρτημα της,
υποβάλλεται
αμέσως στον Πρόεδρο της Βουλής και δημοσιεύεται, με φροντίδα της Επιτροπής, σε
δύο τουλάχιστον
ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας. Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη
διερεύνησης
θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση
αποστέλλεται
στην αρχή αυτή.
γ) Ειδικότερα,
εφόσον από τον διενεργηθέντα έλεγχο προκύψει αδικαιολόγητη απόκτηση ή
επαύξηση
περιουσιακών στοιχείων του ελεγχόμενου προσώπου, του / της συζύγου ή του
ανήλικου
τέκνου του,
διατάσσεται, από τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων του Υπουργείου
Οικονομικών, σε
βάρος του ελεγχομένου και προ πάσης εκδίκασης στα διοικητικά ή ποινικά
δικαστήρια,
δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και θυρίδων, δήμευση του εν λόγω περιουσιακού
στοιχείου ή
καταλογισμού χρηματικού ποσού ίσης αξίας με το περιουσιακό όφελος που
αδικαιολόγητα
απέκτησε ή προσαύξησε ο ίδιος, ο / η σύζυγος του ή ανήλικο τέκνο του και
συντάσσεται
σχετική έκθεση, η οποία αποστέλλεται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο
Ελεγκτικό
Συνέδριο. Αν ανακύπτει περίπτωση ποινικής ευθύνης, η έκθεση αποστέλλεται στο
αρμόδιο για την
άσκηση ποινικής δίωξης όργανο. Ο καταλογισμός χρηματικού ποσού γίνεται υπέρ
του Δημοσίου
από το αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις.
Αρθρο 2
Η παράγραφος 2
του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Οι
δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 1 του
προηγούμενου
άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το οποίο υπόκειται σε ηλεκτρονική
επεξεργασία από
αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, που εγκαθίσταται για το σκοπό αυτόν. Μετά
την ηλεκτρονική
επεξεργασία, πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών
στοιχείων και η
αξία τους ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, και, ιδίως: α) η συνολική αξία
των ακινήτων,
όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών αξιών και
όπου τούτο δεν
ισχύει, ακόμη προσδιορίζεται από την αξία και τη χρονολογία κτήσεως που τυχόν
αναφέρονται
στον οικείο τίτλο, β) το συνολικό ποσό σε ευρώ (€) των κάθε μορφής καταθέσεων
που
διατηρούνται σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά
ιδρύματα, γ)
η συνολική αξία
των μετοχών, μεριδίων ή συμμετοχών σε ημεδαπά και αλλοδαπά νομικά
πρόσωπα, των
ομολόγων και λοιπών χρεωστικών τίτλων κάθε είδους, των μεριδίων αμοιβαίων
κεφαλαίων κάθε
είδους και των παράγωγων χρηματοοικονομικών προϊόντων κάθε είδους, και εν
γένει
οποιουδήποτε άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου, δ) η συνολική αξία των πλωτών και
εναέριων
μεταφορικών μέσων, των κάθε χρήσης οχημάτων. Για τα περιουσιακά στοιχεία των
περιπτώσεων β`,
γ` και δ` αναγράφεται η αξία και η χρονολογία κτήσης.
β. Το
περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, αναφορικά με τον τρόπο αναλυτικής
παράθεσης των
περιουσιακών στοιχείων για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` έως
και ε`, της
παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
Το αντίστοιχο
περιεχόμενο του ειδικού εντύπου των δηλώσεων, για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα,
καθορίζεται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
Αρθρο 3
Η παράγραφος 3
του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 56 παρ. 1
του ν.
3979/2011, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Οι δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του
παρόντος
αναρτώνται στο διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της
Επιτροπής
του άρθρου 21
του ν. 3023/2002 (Α` 146), όπως ισχύει, ο οποίος καθορίζει τη μορφή, τον τύπο,
τα
προς δημοσίευση
στοιχεία, τη χρονική διάρκεια της ανάρτησης και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια. Η
δημοσίευση στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης των δηλώσεων περιουσιακής
κατάστασης που
υποβάλλουν τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 επιτρέπεται υπό την
προϋπόθεση ότι
δημοσιεύεται ολόκληρο το κείμενο τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η
επιλεκτική
δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής
τιμωρείται
πέραν της
προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης από το άρθρο 7 παρ. 2 έξι (6) μηνών τουλάχιστον
και
με χρηματική
ποινή από 5.000 μέχρις 100.000 ευρώ.»
Αρθρο 4
Στο άρθρο 2 του
ν. 3213/2003 προστίθεται παράγραφος 5 ως ακολούθως:
«5.α) Για τη
διασφάλιση της διαφάνειας στο δημόσιο βίο και εν όψει της σημασίας της
αντίστοιχης
συμμετοχής του
καθενός στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας και για τη διευκόλυνση
του ελέγχου της
δήλωσης τους, οι υπόχρεοι σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης της παρ. 1 του
άρθρου 1 κατά
την υποβολή της ή μέσα στην προθεσμία αυτής, καθώς και οι σύζυγοί τους και
αμφότεροι για
τα ανήλικα τέκνα τους:
αα) Δύνανται να
συνυποβάλλουν ειδική δήλωση του εξής περιεχομένου:
«Παραιτούμαι
ρητώς και ανεκκλήτως υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από κάθε ενοχικό ή
εμπράγματο
δικαίωμα μου επί οποιουδήποτε ακινήτου ή κινητού πράγματος ή οποιουδήποτε
χρηματικού
ποσού ή άυλου τίτλου ή οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου, όπως
ενδεικτικώς
αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 αν
για
οποιονδήποτε λόγο η καταγραφή του δικαιώματος αυτού στην υποβληθείσα ή
συνυποβαλλόμενη
δήλωση περιουσιακής μου κατάστασης κατά τα άρθρα 1 και 2 του ν.
3213/2003 έχει
παραλειφθεί. Η παραίτηση μου αυτή ισχύει για όλα τα εν λόγω περιουσιακά μου
στοιχεία, είτε
αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα εξ αυτών
δικαιώματα
ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομα του ή στο
όνομα
μου. Η
παραίτηση μου αυτή ισχύει ως δήλωση μεταβίβασης των παραπάνω δικαιωμάτων μου
προς
το Δημόσιο και διέπεται
από το ελληνικό δίκαιο. Παρέχω, επίσης, την ειδική και ανέκκλητη
πληρεξουσιότητα
και εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας,
σε περίπτωση
παράλειψης ή ανακριβούς ή αναληθούς δήλωσης και ειδικώς για περιουσιακό
στοιχείο όπως
ενδεικτικώς αναφέρεται και θεωρείται κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 2 του ν.
3213/2003 που
βρίσκεται στην αλλοδαπή, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες, κατά το ελληνικό
και
αλλοδαπό
δίκαιο, διατυπώσεις, περιγραφές και διαδικασίες για τη μεταβίβαση του
περιουσιακού
αυτού στοιχείου
στο Δημόσιο.
Ζητώ από έκαστο
και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα οποιασδήποτε χώρας
της αλλοδαπής
να μου γνωστοποιήσουν εγγράφως εάν αναφέρομαι ως κύριος ή
καταπιστευματικός
κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής σε τραπεζικό λογαριασμό
οποιασδήποτε
μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής και ανεξαρτήτως
ειδικότερης
ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε χρηματοοικονομικού προϊόντος)
ή ως εκπρόσωπος
ή καταπιστευματικός κύριος ή πληρεξούσιος ή δικαιούχος υπογραφής
αντίστοιχου
λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος λογαριασμός να
τηρείται στο ως
άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς παρακαλώ να μου γνωρίσετε
εγγράφως το
ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας
μέχρι
και της ημέρας
παραλαβής του παρόντος αιτήματος μου και να μου χορηγήσετε αντίγραφο των
μεταξύ μας
σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και στοιχείων.
Παρακαλώ η
σχετική γνωστοποίηση και τα αντίγραφα να αποσταλούν με αποκλειστικά δικές μου
δαπάνες τόσο σε
εμένα στην ανωτέρω διεύθυνση μου όσο και στη Βουλή των Ελλήνων, Πλατεία
Συντάγματος,
10021, Αθήνα, καθώς επίσης στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής
Δημοκρατίας που
εδρεύει στην Αθήνα.
Περαιτέρω,
παρέχω ανεκκλήτως στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών
Πολιτικών
Κομμάτων και Υποψηφίων Βουλευτών και στον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής
Δημοκρατίας την
εντολή και πληρεξουσιότητα όπως αμφότεροι από κοινού ή χωριστά οιοσδήποτε
εξ αυτών, όταν
το κρίνει σκόπιμο, διαβιβάσουν στο όνομα και για λογαριασμό μου την παρούσα
αίτηση στη
Διεθνή Ενωση Τραπεζών για τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα στα οποία
απευθύνεται και
είναι μέλη της, καθώς και ατομικώς σε οποιοδήποτε άλλο χρηματοπιστωτικό ή
χρηματοδοτικό
ίδρυμα οποιασδήποτε χώρας, καθώς και να παραλάβουν κάθε σχετική απάντηση ή
έγγραφο.
Δηλώνω ρητώς
ότι παραιτούμαι από κάθε δικαίωμα και εν γένει προστασία που μου παρέχει
οποιοσδήποτε
νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων, καθώς και από κάθε ρήτρα
εμπιστευτικότητας
και ότι παραιτούμαι από κάθε τυχόν απαίτηση μου έναντι εκάστου πιστωτικού
ή
χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί σε συμμόρφωση
με το
ανωτέρω αίτημα
μου.»
αβ) Σε περίπτωση
που δεν συνυποβάλλουν την ανωτέρω υπό στοιχείο αα) ειδική δήλωση,
υποχρεούνται να
παρέχουν ειδική και ανέκκλητη εξουσιοδότηση και πληρεξουσιότητα, με
συμβολαιογραφικό
έγγραφο που συντάσσεται ατελώς, με την οποία θα εξουσιοδοτούν τον
Πρόεδρο της
Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών Πολιτικών Κομμάτων και Υποψηφίων
Βουλευτών και
τον Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, ως ειδικοί τους
πληρεξούσιοι,
αμφότεροι από κοινού ή χωριστά, να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες εξ
ονόματος τους
και για λογαριασμό τους για κάθε περιουσιακό στοιχείο, το οποίο τους ανήκει
κατά
κυριότητα ή
κατά χρήση είτε αυτό βρίσκεται στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή, ακόμη και αν τα
εξ
αυτών
δικαιώματα ασκούνται από τρίτον, εξουσιοδοτημένο ή μη να τα ασκεί στο όνομα του
ή στο
όνομα τους, από
ξένες δημόσιες αρχές, τραπεζικά, πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, νομικά
ή φυσικά
πρόσωπα. Να ζητούν από έκαστο και από όλα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά
ιδρύματα
οποιασδήποτε
χώρας της αλλοδαπής να τους γνωστοποιούν εγγράφως εάν οι υπόχρεοι
αναφέρονται ως
κύριοι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή δικαιούχοι υπογραφής σε
τραπεζικό
λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής ή σε επενδυτικό λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής
και ανεξαρτήτως
ειδικότερης ονοματολογίας (συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε
χρηματοοικονομικού
προϊόντος) ή ως εκπρόσωποι ή καταπιστευματικοί κύριοι ή πληρεξούσιοι ή
δικαιούχοι
υπογραφής αντίστοιχου λογαριασμού νομικού προσώπου ή άλλης οντότητας, ο οποίος
λογαριασμός να
τηρείται στο ως άνω ίδρυμα. Σε περίπτωση καταφατικής αναφοράς να ζητούν
εγγράφως το
ύψος του οικείου λογαριασμού και την κίνηση αυτού της τελευταίας πενταετίας
μέχρι
και της ημέρας
παραλαβής του σχετικού αιτήματος και να ζητούν τη χορήγηση αντιγράφων των
μεταξύ των
μερών σχετικών συμβάσεων και των σχετικών με αυτές άλλων εγγράφων και
στοιχείων.
Οι υπόχρεοι
ταυτοχρόνως δηλώνουν ρητώς ότι παραιτούνται από κάθε δικαίωμα και εν γένει
προστασία που
τους παρέχει οποιοσδήποτε νόμος ως προς το απόρρητο των οικείων στοιχείων,
καθώς και από
κάθε ρήτρα εμπιστευτικότητας και ότι παραιτούνται από κάθε τυχόν απαίτηση
τους έναντι
εκάστου πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος για τις ενέργειες στις οποίες θα
προβεί ο
ειδικός πληρεξούσιος σε συμμόρφωση με την εντολή αυτή και την πληρεξουσιότητα
που
παρέχει.
β) Η απόκτηση
από το Ελληνικό Δημόσιο της κυριότητας ή των λοιπών δικαιωμάτων του κατά τα
άνω
παραιτουμένου ολοκληρώνεται με πράξη αποδοχής του Υπουργού Οικονομικών και με
τη
δημοσίευση της
πράξης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε
άλλη διατύπωση
ή δήλωση, πλην της καταχώρισης της παραίτησης και της πράξης του Υπουργού
σε δημόσια
βιβλία, όπου αυτό απαιτείται. Ως προς τα ενοχικά δικαιώματα απαιτείται
αναγγελία στον
οφειλέτη.
γ) Η παραπάνω
πράξη του Υπουργού και οι σχετικές δημοσιεύσεις διενεργούνται μέσα σε τρεις
μήνες από την
ημέρα κατά την οποία αποδεδειγμένα γνωστοποιούνται στον Υπουργό με
οποιονδήποτε
τρόπο τα παραλειφθέντα περιουσιακά στοιχεία ή κατά την οποία ο Υπουργός
ενημερώνεται
αποδεδειγμένα με άλλον τρόπο για την παράλειψη. Από τη γνωστοποίηση ή
ενημέρωση του
Υπουργού για νέες παραλείψεις τρέχει νέα τρίμηνη προθεσμία. Η εκπρόθεσμη
διενέργεια των
πράξεων του Υπουργού δεν αίρει την εγκυρότητα τους, αλλά συνιστά παράβαση
καθήκοντος, αν
τούτο οφείλεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια. Η πράξη αποδοχής του Υπουργού, όταν
πρόκειται για
ενοχικά δικαιώματα, για τα οποία δεν ισχύει η αρχή της ειδικότητας, μπορεί να
γίνει
και πριν από
την ως άνω ενημέρωση και να αφορά και αβέβαιες απαιτήσεις ή σύνολο απαιτήσεων,
οπότε η
απόκτηση του ενοχικού δικαιώματος θα τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της
ύπαρξης και
του
προσδιορισμού του ποσού των απαιτήσεων.
δ) Πιστωτικά
ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, στα οποία οι παραιτούμενοι έχουν
καταθέσεις
οποιασδήποτε μορφής, από τη στιγμή που θα ενημερωθούν από το Ελληνικό Δημόσιο
ότι στη δήλωση
των παραιτουμένων δεν περιλαμβάνονται οι καταθέσεις αυτές ή όλες οι καταθέσεις
αυτές, θα
αναγνωρίζουν ως δικαιούχο των παραλειφθεισών καταθέσεων το Ελληνικό Δημόσιο,
εφόσον τούτο
έχει προβεί στην αντίστοιχη πράξη αποδοχής, με συνέπεια να μην υφίσταται το
τραπεζικό
απόρρητο έναντι του κατά τα άνω δικαιούχου Ελληνικού Δημοσίου, οποιοδήποτε
δίκαιο
και αν διέπει
τους εν λόγω λογαριασμούς.
Για τη
μεταβίβαση των παραπάνω δικαιωμάτων στο Δημόσιο δεν οφείλεται φόρος, τέλος ή
εισφορά υπέρ
του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή οποιουδήποτε τρίτου και
όλες οι πράξεις
ή καταχωρίσεις γίνονται ατελώς από τους αρμοδίους.
ε) Εάν για
οποιαδήποτε νομική ή πραγματική αιτία δεν καταστεί δυνατή η μεταβίβαση εντός της
ανωτέρω
προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών με πράξη του καταλογίζει υπέρ του Δημοσίου
στον
ελεγχόμενο
χρηματικό ποσό ίσης αξίας με το μη δηλωθέν περιουσιακό στοιχείο. Η αξία του
περιουσιακού
στοιχείου για τους σκοπούς του ανωτέρω καταλογισμού προσδιορίζεται από το
Σώμα Ορκωτών
Εκτιμητών εντός προθεσμίας ενός μηνός από την προς τούτο αίτηση του
Υπουργού
Οικονομικών. Η ανωτέρω πράξη του Υπουργού Οικονομικών είναι αμέσως εκτελεστή
κατά του
υπόχρεου και η είσπραξη του καταλογισθέντος ποσού γίνεται σύμφωνα με τις
διατάξεις
του Κώδικα
Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).
στ) Το Δημόσιο
οφείλει να ειδοποιήσει το συντομότερο δυνατόν για την παράλειψη του τον
παραιτηθέντα, ο
οποίος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ειδοποίηση αυτή δύναται, μόνο
στην περίπτωση
που αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευση του και ότι η μη υποβολή ή η υποβολή
ανακριβούς ή
ελλιπούς δήλωσης δεν οφείλεται σε δόλο, να προσφύγει στα αρμόδια Δικαστήρια για
την αναστολή ή
ακύρωση της σχετικής μεταβίβασης των δικαιωμάτων του στο Δημόσιο, ή της
πράξης
καταλογισμού εις βάρος του ποσού ίσης αξίας προς το μη δηλωθέν περιουσιακό
στοιχείο. Η
αναστολή
επιτρέπεται μόνο αν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανεπανόρθωτης υλικής βλάβης του
παραιτηθέντος.
Την εκδίκαση αίτησης ακύρωσης ή αναστολής το αρμόδιο Δικαστήριο προσδιορίζει
εντός τριών
μηνών από την κατάθεση του δικογράφου. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται
παρά για μία
και μόνο δικάσιμο εντός (3) τριών μηνών από την επομένη της αναβολής.
ζ) Οι ειδικές
δηλώσεις των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις Α` έως και ε` της παρ. 1
του
προηγούμενου άρθρου συντάσσονται σε ειδικό έντυπο το περιεχόμενο του οποίου
καθορίζεται
με απόφαση του
Προέδρου της Βουλής. Το αντίστοιχο περιεχόμενο του εντύπου της ειδικής
δήλωσης για τα
λοιπά υπόχρεα πρόσωπα καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών,
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
η) Για την
εφαρμογή του παρόντος νόμου, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας,
κάμπτεται
οποιοδήποτε
επαγγελματικό απόρρητο, περιλαμβανομένης της εκ του νόμου υποχρέωσης
εχεμύθειας
οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργού ή υπαλλήλου, εάν στην περίπτωση αυτή κρίνεται
τούτο αναγκαίο
από την κατά το άρθρο 7 του ν. 3213/2003 Επιτροπή, ενώ είναι ανίσχυρες και δεν
παράγουν
έννομες συνέπειες οποιεσδήποτε συμβατικές ή νόμιμες υποχρεώσεις εχεμύθειας ή
εμπιστευτικότητας
οποιουδήποτε έναντι του υπόχρεου, οι οποίες αφορούν σε μη δηλωθέντα
περιουσιακά
στοιχεία του. Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συμβάλλει είτε στη
γνωστοποίηση
στην κατ` άρθρο 21 του ν. 3023/2002 Επιτροπή ή σε οποιαδήποτε άλλη αρμόδια
αρχή, ότι
υπόχρεος σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης, κατά τον παρόντα νόμο, δεν
περιέλαβε
συγκεκριμένο
περιουσιακό στοιχείο σε αυτή είτε στην αποκάλυψη ότι περιουσιακό στοιχείο που
δηλώθηκε είναι
μη νόμιμης προέλευσης, απαλλάσσεται από τυχόν ποινικές, διοικητικές,
φορολογικές ή
αστικές ευθύνες του έναντι του υπόχρεου, σχετικές με το, δηλωθέν ή μη,
περιουσιακό
στοιχείο. Σε περίπτωση, όμως, που δεν συνέτρεξε ή δεν συντρέχει ποινική ευθύνη
του
σε σχέση με το
εν λόγω περιουσιακό στοιχείο, έχει τα δικαιώματα του ευρέτη και εφαρμόζονται
αναλόγως τα
άρθρα 1086 και 1087 Α.Κ.»
Αρθρο 5
Μετά το
τελευταίο (τρίτο) εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως είχε
τροποποιηθεί με
το άρθρο 4 του ν. 3327/2005 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 παρ. 4 του ν.
3932/2011,
προστίθενται τέταρτο και πέμπτο εδάφια ως εξής:
«Αν συντρέχει
περίπτωση εφαρμογής της περίπτωσης α` της παρ. 5 του άρθρου 2, συντάσσεται
σχετική έκθεση,
η οποία αποστέλλεται στον Υπουργό Οικονομικών. Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη
διερεύνησης
θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν.
3691/2008 ή
φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση αποστέλλεται και στην αρχή αυτή.»
Αρθρο 6
Στο τέλος του
άρθρου 3 του ν. 3213/2003 προστίθεται νέα παράγραφος 7 ως ακολούθως:
«7. Τα
αναφερόμενα στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008 πρόσωπα έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν
αμελλητί τις
αρμόδιες επιτροπές του παρόντος άρθρου όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις
ή
υποψίες ότι
διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να
διαπραχθεί
οποιαδήποτε
παράβαση των υποχρεώσεων των ελεγχόμενων που απορρέουν από τον παρόντα
νόμο ή τις κατ`
εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.»
Αρθρο 7
Στο άρθρο 6 του
ν. 3213/2003 προστίθενται νέες παράγραφοι 4 και 5 ως ακολούθως:
«4. Τρίτος ο
οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην
παράλειψη
δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και
με
χρηματική
ποινή.
5. Τα φυσικά
πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν. 3691/2008
που παραβιάζουν
την υποχρέωση γνωστοποίησης της παρ. 7 του άρθρου 3 του παρόντος
τιμωρούνται με
φυλάκιση μέχρι δύο ετών.»
Αρθρο 8
Η περίπτωση β`
της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«β. Τα
περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου από τα αδικήματα
των
παραγράφων 1
και 2 του άρθρου 6, και εφόσον δεν έχει προηγηθεί εφαρμογή της παρ. 5 του
άρθρου 2,
δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη
νόμιμη
προέλευση τους
και ότι η μη υποβολή ή η υποβολή ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης δεν οφείλεται
σε δόλο.»
Αρθρο 9
1. Το στοιχείο
ζ` του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «οι περιφερειάρχες,
αντιπεριφερειάρχες,
οι πρόεδροι των περιφερειακών συμβουλίων, οι γενικοί γραμματείς
αποκεντρωμένης
διοίκησης, καθώς και οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της περιφέρειας».
2. Στο τέλος
του τελευταίου εδαφίου του στοιχείου ιε` της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.
3213/2003,
όπως προστέθηκε
με την παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 3868/2010 (Α` 129) προστίθενται οι λέξεις
«.... καθώς και
σε πανεπιστημιακές κλινικές.»
3. Το στοιχείο
ιστ` της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «ιστ`. Τα
μέλη και οι
προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της
Επιτροπής
Ανταγωνισμού.»
Αρθρο 10
1. Στην αρχή
του εδαφίου 1γ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 2 του ν. 3213/2003
προστίθενται τα
εξής:
«Μετά την
αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση τους οι υπόχρεοι δηλώνουν μόνον τις μεταβολές
που επήλθαν
στην περιουσιακή τους κατάσταση κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η
δήλωση.»
2. Στο άρθρο 2
του ν. 3213/2003 προστίθεται νέα, τελευταία παράγραφος ως ακολούθως:
«Ελλείψεις ή ανακρίβειες
της δήλωσης που οφείλονται σε ελαφρά αμέλεια, μπορούν να
συμπληρωθούν
από τον υπόχρεο αυθορμήτως και προ πάσης κίνησης εις βάρος του οποιασδήποτε
αρμόδιας
αρχής».
Αρθρο 11
Η ισχύς του
παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη
δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση
του ως νόμου
του Κράτους.
Αθήνα, 6
Απριλίου 2012
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ.
ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΡΕΠΠΑΣ
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Θεωρήθηκε και
τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 9
Απριλίου 2012
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
[2] ο άρθρο 1,όπως είχε πολλάκις τροποποιηθεί και συμπληρωθεί (ΒΛ. προϊσχύσασες εκδόσεις)
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 222 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου,
από 1ης Ιανουαρίου 2015.
ΒΛ. ΚΑΙ άρθρο 229 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014,
σχετ. με την υποχρέωση δήλωσης οικονομικών συμφερόντων.
«Άρθρο 1 Υπόχρεοι σε δήλωση
1. Δήλωση της περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους
υποβάλλουν:
α. Ο Πρωθυπουργός.
β. Οι Αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
γ. Οι Υπουργοί, οι αναπληρωτές Υπουργοί και οι Υφυπουργοί.
δ. Οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές.
ε. Οσοι διαχειρίζονται τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων της περίπτωσης β`.
στ. Οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και οι
υπάλληλοι ή σύμβουλοι ειδικών θέσεων και οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι οποίοι τοποθετούνται από
μονομελές ή συλλογικό κυβερνητικό όργανο.
ζ. Ο διοικητής και οι υποδιοικητές της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) και της Υπηρεσίας
Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).
η. Οι Γενικοί Γραμματείς των αποκεντρωμένων διοικήσεων, οι Περιφερειάρχες, οι
Αντιπεριφερειάρχες, οι Πρόεδροι και τα μέλη των περιφερειακών συμβουλίων καθώς και οι
προϊστάμενοι των γενικών διευθύνσεων και διευθύνσεων των περιφερειών
θ. Οι Δήμαρχοι, οι Αντιδήμαρχοι, οι Πρόεδροι και τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, των
επιτροπών των Δήμων, οι Πρόεδροι και τα μέλη, των δημοτικών συμβουλίων, οι Πρόεδροι, οι
διευθύνοντες σύμβουλοι και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων και οι Γενικοί Διευθυντές των
δημοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των αμιγών ή μεικτών δημοτικών επιχειρήσεων
των ανωτέρω Ο.Τ.Α. και των συνδέσμων δήμων, καθώς και οι προϊστάμενοι των γενικών
διευθύνσεων και διευθύνσεων των Δήμων.
ι. Οι Πρόεδροι, οι Αντιπρόεδροι, οι Διοικητές, οι Υποδιοικητές, τα εκτελεστικά μέλη, οι διευθύνοντες
ή εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι Γενικοί Διευθυντές νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου,
δημοσίων επιχειρήσεων δημοσίων οργανισμών, καθώς και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου,
που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά 50%
τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα
το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.
ια. Οι Πρόεδροι, τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη όλων των επιτροπών διαγωνισμών
προμηθειών και παροχής υπηρεσιών των κρατικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και των
ενόπλων δυνάμεων, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των νομικών προσώπων
ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους
κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα
ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, των δημόσιων επιχειρήσεων και των
δημόσιων οργανισμών, εφόσον υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000)
ευρώ ανά διαγωνισμό, καθώς επίσης ο Γενικός Διευθυντής και Διευθυντές της Γενικής Διεύθυνσης
Κρατικών Προμηθειών και οι κατέχοντες θέσεις προϊσταμένων οποιουδήποτε οργανωτικού
επιπέδου οργανικών μονάδων προμηθειών στο Δημόσιο και στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα
δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, στις δημόσιες επιχειρήσεις και τους δημόσιους οργανισμούς. Την
ίδια υποχρέωση υπέχουν ο πρόεδρος και τα μέλη όλων των επιτροπών διαγωνισμού έργων των
ανωτέρω φορέων, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις του ν. 1418/1984 (Α` 23) και του π.δ.
609/1985 (Α` 223), εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες
(300.000) ευρώ.
ιβ. Οι Δικαστικοί και οι Εισαγγελικοί λειτουργοί και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
ιγ. Ο Διοικητής, οι Υποδιοικητές, οι εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι διευθυντές της Τράπεζας της
Ελλάδος.
ιδ. Οι Πρόεδροι, οι Αντιπρόεδροι, οι Διευθύνοντες σύμβουλοι, οι Διοικητές, οι Υποδιοικητές, τα
εκτελεστικά μέλη Δ.Σ. και οι γενικοί διευθυντές πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών
οργανισμών, καθώς και επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.
ιε. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικά Χρηματιστήρια
ΑΕ (ΕΧΑΕ) και οι κατέχοντες διευθυντική θέση στην εταιρία αυτή σύμφωνα με τον εκάστοτε
ισχύοντα οργανισμό της ή σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου.
ιστ. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των ελεγχόμενων από της
Ελληνικά Χρηματιστήρια ΑΕ (ΕΧΑΕ) ανωνύμων εταιριών και οι κατέχοντες διευθυντική θέση στις
εταιρίες αυτές σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό της εταιρίας ή σύμφωνα με απόφαση
του Διοικητικού της Συμβουλίου.
ιζ. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε άλλου φορέα
οργανωμένης χρηματιστηριακής αγοράς που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα και οι κατέχοντες
διευθυντική θέση σε αυτόν σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό του ή σύμφωνα με
απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου.
ιη. Οι ιδιοκτήτες, οι μέτοχοι, οι εταίροι, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα εκτελεστικά
μέλη του Δ.Σ., οι διαχειριστές, καθώς και οι γενικοί διευθυντές και οι διευθυντές ειδήσεων και
ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει
έχουν την εκμετάλλευση τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής
συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, καθώς και ραδιοφωνικών σταθμών, όπως και των
βασικών μετόχων αυτών.
ιθ. Οι ιδιοκτήτες, οι μέτοχοι, οι εταίροι, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα εκτελεστικά
μέλη του Δ.Σ., οι διαχειριστές, καθώς και οι γενικοί διευθυντές και οι διευθυντές ειδήσεων και
ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που εκμεταλλεύονται διαδικτυακά
ενημερωτικά μέσα ή εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας,
όπως και των βασικών μετόχων αυτών.
κ. Οι δημοσιογράφοι μέλη των οικείων ενώσεων συντακτών, καθώς και όσοι παρέχουν
δημοσιογραφικές υπηρεσίες σε επιχειρήσεις έκδοσης εντύπων και σε ραδιοτηλεοπτικά ή
διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης με σύμβαση εργασίας ή έργου.
κα. Οι ιατροί Διευθυντές και Συντονιστές Διευθυντές που υπηρετούν στα νοσοκομεία και τα
Κέντρα Υγείας του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), στα στρατιωτικά νοσοκομεία, σε
πανεπιστημιακά νοσοκομεία, κλινικές και εργαστήρια, καθώς και στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο
Υγείας (ΠΕΔΥ).
κβ. Οι πρόεδροι, τα μέλη και οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης
και Διεύθυνσης όλων των Ανεξάρτητων Αρχών, συμπεριλαμβανομένων των ανεξάρτητων
διοικητικών και ρυθμιστικών Αρχών, της Επιτροπής Ανταγωνισμού, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και οι βοηθοί του.
κγ. Οι Αρχηγοί, Υπαρχηγοί, διευθυντές κλάδων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, των
Γενικών Επιτελείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, οι δικαστικοί λειτουργοί του δικαστικού
σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και ο Γενικός Διευθυντής και ο Αναπληρωτής Γενικός
Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων του Υπουργείου
Εθνικής Άμυνας.
κδ. Οι αρχηγοί και οι υπαρχηγοί της Ελληνικής Αστυνομίας, του Αιμενικού Σώματος-Ελληνικής
Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.
κε. Το αστυνομικό προσωπικό, οι συνοριακοί φύλακες, οι ειδικοί φρουροί και το πολιτικό
προσωπικό που υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία, καθώς και το προσωπικό του
Πυροσβεστικού Σώματος.
κστ. Το προσωπικό του Αιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, καθώς και το πολιτικό
προσωπικό του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου.
κζ. Το προσωπικό της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας και του
Λιμενικού Σώματος- Ελληνικής Ακτοφυλακής.
κη. Οι Σωφρονιστικοί υπάλληλοι και οι εξωτερικοί φρουροί των καταστημάτων κράτησης.
κθ. Οι προϊστάμενοι των Δασαρχείων και των Δασονομείων
λ. Τα μέλη όλων των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του Δημοσίου, οι προϊστάμενοι
οργανικών μονάδων οποιασδήποτε Υπηρεσίας Επιθεώρησης, Εσωτερικού Ελέγχου ή Εσωτερικών
Υποθέσεων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. Α` και Β` βαθμού, καθώς και οι υπάλληλοι
των φορέων αυτών που ασκούν οποιαδήποτε ελεγκτικά καθήκοντα.
λα. Οι Γενικοί Διευθυντές του Υπουργείου Οικονομικών, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων των
Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.),των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Δ.Ε.Κ.)
του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕ.ΦΟ.ΜΕ.Π.), του Κέντρου Ελέγχου
Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Ελέγχου και όλοι οι
υπάλληλοι που υπηρετούν στα Τμήματα Ελεγχου των παραπάνω υπηρεσιών, καθώς και όλοι οι
υπάλληλοι που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα και υπηρετούν στις υπηρεσίες αυτές, ο Προϊστάμενος
Διεύθυνσης της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων των Τελωνείων,
οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Γενικών θεμάτων και Τελωνειακών Διαδικασιών των Τελωνείων,
όλοι οι υπάλληλοι των Τελωνείων που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων
και Τμημάτων, καθώς και οι υπάλληλοι των Ελεγκτικών Υπηρεσιών Τελωνείων (ΕΛ.Υ.Τ.) και της
Διεύθυνσης Παρακολούθησης και Ελέγχου Ανασταλτικών Καθεστώτων (ΔΙ.Π.Ε.Α.Κ), καθώς και οι
Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων των Κτηματικών Υπηρεσιών του Δημοσίου.
λβ. Οι Προϊστάμενοι των Επιχειρησιακών Διευθύνσεων Ειδικών Υποθέσεων του Σώματος Δίωξης
Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), οι Προϊστάμενοι των Περιφερειακών Διευθύνσεων και Τμημάτων
ελέγχου-δράσης αυτών, καθώς και οι υπάλληλοι -ελεγκτές που υπηρετούν στις παραπάνω
υπηρεσίες.
λγ. Οι προϊστάμενοι και οι υπάλληλοι των οργανικών μονάδων δόμησης οποιουδήποτε
οργανωτικού επιπέδου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
λδ. Το προσωπικό της Ειδικής Γραμματείας Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, καθώς και
οι Πρόεδροι, Διευθύνοντες Σύμβουλοι ή διαχειριστές των εταιριών του ιδιωτικού τομέα που
μετέχουν σε τέτοιου είδους συμπράξεις.
λε. Ο Πρόεδρος και τα μέλη ΔΣ Αθλητικών Ομοσπονδιών και τα πρόσωπα που είναι μέλη Διοίκησης
Αθλητικών Ανωνύμων Εταιριών (Α.Α.Ε.) ή Τμημάτων Αμειβόμενων Αθλητών (Τ.Α.Α.) ή τους έχει
ανατεθεί η διαχείριση Τ.Α.Α. ή είναι μέτοχοι Α.Α.Ε. με συνολικό ποσοστό μεγαλύτερο του 1% του
μετοχικού της κεφαλαίου. Σε περίπτωση που το εν λόγω ποσοστό συμμετοχής ανήκει σε νομικό
πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ή εταιρία, η υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης
βαρύνει τον πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτών.
λστ. Οι αξιολογημένοι διαιτητές, βοηθοί διαιτητές και παρατηρητές διαιτησίας πρωταθλημάτων
επαγγελματικού αθλητισμού και όσοι μετέχουν στα αντίστοιχα όργανα ή τις επιτροπές διαιτησίας,
καθώς και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και οι αναπληρωτές
αυτών.
λζ. Οι Πρόεδροι, Διευθύνοντες Σύμβουλοι, οι εντεταλμένοι σύμβουλοι και Γενικοί Διευθυντές των
αναφερόμενων στις περιπτώσεις ε` και στ` της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 280
Ά) όπως αυτές ισχύουν νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, εφόσον τα νομικά αυτά πρόσωπα
είναι φορείς ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιων έργων ή ανάθεσης και εκπόνησης μελετών
δημόσιων έργων.
λη. Οι Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Τμημάτων της Γενικής Γραμματείας
Δημόσιων Εργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ως και οι σύμφωνα με τα
άρθρα 28 του π.δ. 609/1985 (Α` 223) και 15 του ν. 716/1977 (Α` 205) ασκούντες καθήκοντα
επιβλεπόντων μηχανικών δημόσιων έργων και μελετών δημοσίων έργων. Οι κατέχοντες
αντίστοιχες θέσεις στο Δημόσιο, στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στα νομικά πρόσωπα
ιδιωτικού δικαίου, εφόσον κατά το νόμο ή τον οργανισμό του οικείου Υπουργείου ή του νομικού
προσώπου έχουν αρμοδιότητες σχετικές με την ανάθεση δημόσιων έργων ή μελετών δημόσιων
έργων ή ασκούν καθήκοντα επιβλεπόντων μηχανικών δημόσιων έργων ή μελετών.
λθ. Ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα
διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, καθώς και τα
φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε
από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, εφόσον
το αντικείμενο τους υπερβαίνει τα αναφερόμενα στην περίπτωση ια` ποσά ανά περίπτωση.
λι. Τα μέλη και οι εισηγητές των γνωμοδοτικών επιτροπών, τα μέλη των οργάνων ελέγχου τα
επιφορτισμένα με την εκταμίευση των ενισχύσεων όργανα, τα μέλη των οργάνων αξιολόγησης και
εξέτασης των επενδυτικών σχεδίων, ελέγχου επενδύσεων και εκταμίευσης των παρεχόμενων
ενισχύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
μ. Οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων Αλλοδαπών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων
μα. Τα μέλη των Επιτροπών Εξετάσεων Υποψηφίων Οδηγών.
μβ. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινωνίας της Πληροφορίας, οι
Διευθυντές και οι Αναπληρωτές Διευθυντές των Επιχειρησιακών Μονάδων. Τα μέλη του Μητρώου
Αξιολογητών Δράσεων Κρατικών Ενισχύσεων και άλλοι εξωτερικοί συνεργάτες που έχουν
συμμετάσχει σε αξιολογήσεις, Γνωμοδοτικές Επιτροπές και Επιτροπές Προσφυγών Δράσεων
Κρατικών Ενισχύσεων, οι Πρόεδροι και τα Μέλη Επιτροπών Αξιολόγησης Προσφορών κάθε βαθμού,
καθώς και Επιτροπών Προσφυγών έργων Δημοσίου Τομέα, οι Πρόεδροι και τα Μέλη των
επιτροπών Παρακολούθησης και Παραλαβής Εργων Δημοσίου Τομέα, οι Υπεύθυνοι Εργων
Δημοσίου Τομέα και Δράσεων Κρατικών Ενισχύσεων. Οι Προϊστάμενοι, οι αναπληρωτές
Προϊστάμενοι και οι Προϊστάμενοι Μονάδων όλων των Ειδικών Υπηρεσιών και των λοιπών φορέων
που ασκούν καθήκοντα ή και αρμοδιότητες διαχείρισης, εφαρμογής, συντονισμού και ελέγχου, στο
πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων της Προγραμματικής Περιόδου 2007 - 2013 και
2014-2020.
μγ. Οι προϊστάμενοι των Υπηρεσιών Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
μδ. Οι προϊστάμενοι Διευθύνσεων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) του Γενικού
Λογιστηρίου του Κράτους.
με. Ο πρόεδρος, τα μέλη και οι υπάλληλοι της Αρχής
Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της
Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
μστ. Ο πρόεδρος και οι διαχειριστές Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (Μ.Κ.Ο.) που επιχορηγούνται
από το κράτος.
μζ. Το προσωπικό του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου
Τροφίμων (ΕΦΕΤ), του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (EOT) και του Οργανισμού Πληρωμών
και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ) που ασκεί
καθήκοντα ελεγκτικής μορφής ή χορήγησης αδειών κάθε μορφής και οι προϊστάμενοι των
παραπάνω υπηρεσιών.
μη. Κάθε άλλο πρόσωπο για το οποίο προβλέπεται υποχρέωση υποβολής δήλωσης από ειδική
διάταξη νόμου.
2. Η δήλωση της παραγράφου 1 υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες
από την απόκτηση της ιδιότητας τους (αρχική δήλωση). Τα μετέπειτα έτη, η δήλωση υποβάλλεται
κάθε χρόνο κατά το διάστημα της θητείας, της άσκησης της δραστηριότητας ή της διατήρησης
της ιδιότητας των υπόχρεων και για ένα (1) έτος, ειδικά δε για τους υπόχρεους των περιπτώσεων
α` έως ε` της παραγράφου 1 για τρία (3) έτη, μετά από την απώλεια ή τη λήξη της, και το αργότερο
τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
3. Το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους διαβιβάζεται, κατά περίπτωση, στα αρμόδια όργανα ελέγχου
κατάλογος των ελεγχόμενων προσώπων. Ο κατάλογος συντάσσεται από τον Πρόεδρο της Βουλής
για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` έως και ε` της παραγράφου 1 του παρόντος
άρθρου και από τον αρμόδιο Υπουργό, τον γενικό γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης ή το
όργανο διοίκησης του νομικού προσώπου για τα πρόσωπα που υπάγονται στο φορέα αυτόν ή από
τον οποίο εποπτεύονται και σε κάθε άλλη περίπτωση από τα όργανα διοίκησης του οικείου φορέα.
Το αρμόδιο όργανο ελέγχου μπορεί να ζητά από οποιαδήποτε υπηρεσία, φορέα ή νομικό ή φυσικό
πρόσωπο που διαθέτει στοιχεία για πρόσωπα που υπάγονται στις περιπτώσεις της παραγράφου 1,
κατάλογο των οικείων προσώπων.
4. Αμφισβητήσεις ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου επιλύονται με πράξη των κατά περίπτωση
αρμοδίων οργάνων ελέγχου, η οποία εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την υποβολή σχετικής
αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων, που είναι αρμόδια να υποβάλλουν την κατά την
προηγούμενη παράγραφο, του παρόντος άρθρου, κατάσταση υπόχρεων.»
[3] Άρθρο 2
Περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης
1. α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει, λεπτομερώς, τα υφιστάμενα κατά τις 31
Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την αλλοδαπή.
Ειδικώς, η αρχική δήλωση περίλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά
στοιχεία.
Ως περιουσιακά στοιχεία, θεωρούνται, ιδίως:
ί. Τα έσοδα, από κάθε πηγή.
ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους.
iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, τα ομόλογα και ομολογίες κάθε είδους, τα
μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε
είδους.
iv. Οι κάθε είδους καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και
τα κάθε είδους χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια
επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστεύματα (trusts).
ν. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα.
vi. Η συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρία ή επιχείρηση.
β. i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη
δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική
παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το
εισπραχθέν τίμημα.
ii. Στη δήλωση αναφέρονται τα προσωπικά, υπηρεσιακά και φορολογικά στοιχεία των υπόχρεων.
Οι υπόχρεοι προσκομίζουν στο αρμόδιο όργανο ελέγχου αντίγραφα των οικείων παραστατικών
εφόσον τους ζητηθεί.
γ. Μετά την αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση τους οι υπόχρεοι δηλώνουν μόνον τις μεταβολές
που επήλθαν στην περιουσιακή τους κατάσταση κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η δήλωση.
Η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο και υπογράφεται από τον ίδιο, για τα δικά του
περιουσιακά στοιχεία, τη σύζυγο του, για τα δικά της στοιχεία, και από αμφότερους τους
συζύγους, για τα περιουσιακά στοιχεία των ανήλικων τέκνων τους. Η δήλωση συνοδεύεται από
αντίγραφο της φορολογικής δήλωσης του υπόχρεου για το προηγούμενο έτος και αντίγραφο του
τελευταίου Εντύπου Ε9 που υποβλήθηκε στην αρμόδια ΔΟΥ.
δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν στον Πρόεδρο της Επιτροπής του άρθρου 3Α
αντίγραφο κάθε συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συντάσσεται από αυτούς, με το οποίο
αναλαμβάνεται η υποχρέωση ή μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό,
σύζυγο ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή ακίνητο, ή δικαίωμα. Το αυτό
ισχύει και για την αποδοχή κληρονομιάς.
2. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το περιεχόμενο του
οποίου καθορίζεται, για μεν τους υπόχρεους των περιπτώσεων του άρθρου 3 παράγραφος 1
περίπτωση α` με απόφαση του Προέδρου της Βουλής και για τους άλλους υπόχρεους, με κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Με όμοιες αποφάσεις, μπορεί να ορίζεται ότι η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω ενιαίας
ειδικής εφαρμογής, οπότε προσδιορίζεται ο κατά περίπτωση υπεύθυνος διαχείρισης και καθορίζεται
κάθε αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια, οι αναγκαίες διασφαλίσεις για τα πρόσωπα και τους όρους
πρόσβασης στα στοιχεία τους και τυχόν ρυθμίσεις μεταβατικού χαρακτήρα.
Οι δηλώσεις υπόκεινται σε ηλεκτρονική επεξεργασία από αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, μετά
την οποία πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και η αξία τους
ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, καθώς και η χρονολογία κτήσης. Για την επεξεργασία
λαμβάνεται υπόψη, εφόσον είναι διαθέσιμη, η αξία κτήσης.
3. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των περιπτώσεων α` έως ε` του άρθρου
1 παράγραφος 1, καθώς και των Γενικών Γραμματέων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, των
Περιφερειαρχών και των Δημάρχων, υπόκεινται σε δημοσιοποίηση στο διαδικτυα-κό τόπο της
Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 3Α, ο οποίος καθορίζει το
αντικείμενο της δημοσιοποίησης και ιδίως τη μορφή, τον τύπο, τα προς δημοσίευση
συγκεντρωτικά ή μη στοιχεία, τη χρονική διάρκεια της ανάρτησης και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια. Από τη δημοσιοποίηση εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση εκείνα τα στοιχεία που είναι
ικανά να προκαλέσουν βλάβη στη ζωή ή την περιουσία του δηλούντος και της οικογένειας του
(όπως διεύθυνση κατοικίας, αριθμοί κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων, φορολογικά στοιχεία
κ.λπ.). Η δημοσίευση των δημοσιοποιούμενων στοιχείων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το περιεχόμενο τους. Σε κάθε
περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε
παράβαση της διάταξης αυτής τιμωρείται πέραν της προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης από το
άρθρο 7 παράγραφος 2 και με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 100.000 ευρώ.
4. Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης μπορούν να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο
αυθορμήτως προ της έναρξης ελέγχου της δήλωσης από το αρμόδιο όργανο ελέγχου.»
*** Το άρθρο 2,όπως είχε πολλάκις τροποποιηθεί και συμπληρωθεί (ΒΛ. προϊσχύσασες εκδόσεις)
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 223 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου,
από 1ης Ιανουαρίου 2015.
[4] «Άρθρο 3
Οργανα και διαδικασία ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης
1. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των υπό χρεων προσώπων της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 υπο βάλλονται και ελέγχονται ως ακολούθως:
α) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` έως και κδ`, κζ`, λα` έως και μγ`, με`, μστ`
και μζ` στην Επιτροπή του άρθρου 3Α,
β) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις λ` και μδ` στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας
Διοίκησης,
γ) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις κε`, κη` και κθ` στον εποπτεύοντα την
Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας
Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία,
δ) των προσώπων που αναφέρονται στην περίπτωση κστ` σε εισαγγελικό λειτουργό της
Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος ορίζεται από τον Προϊστάμενο της οικείας Εισαγγελίας, και
επικουρείται προς τούτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Λιμενικού Σώματος -
Ελληνικής Ακτοφυλακής.
2. Ο έλεγχος της αρχικής δήλωσης αφορά στη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου για τα
υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία. Για τα μετέπειτα έτη ο έλεγχος,
πέραν της διαπίστωσης του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει, σε κάθε
περίπτωση, τη διακρίβωση, εάν η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση
υφιστάμενων, δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων σε συνδυασμό με τις
δαπάνες διαβίωσης των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων. Η δήλωση δεν θεωρείται ανακριβής ή
ελλιπής σε περίπτωση επουσιώδους ανακρίβειας ή έλλειψης ή εφόσον, ύστερα από πρόσκληση του
οργάνου ελέγχου, αποδεικνύεται η νομιμότητα της πηγής προέλευσης του ανακριβώς δηλωθέντος
στοιχείου.
3. Σε περιπτώσεις δειγματοληπτικού ή στοχευμένου ελέγχου, το αρμόδιο όργανο ελέγχου λαμβάνει
υπόψη του και τεχνικές ανάλυσης επικινδυνότητας με τη χρήση πληροφοριακών συστημάτων. Το
όργανο ελέγχου μπορεί να καταρτίζει πρόγραμμα συνοπτικών ή/ και ειδικών -θεματικών ελέγχων,
δίχως να θίγεται η δυνατότητα επέκτασης τους σε τακτικούς (κατά την παράγραφο 2 εδάφια α` και
β`εφόσον συντρέξει προς τούτο περίσταση).
4. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, το όργανο ελέγχου μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να
δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός
προθεσμίας, η οποία μπορεί να παραταθεί.
5. Τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008 πρόσωπα έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν
αμελλητί τα αρμόδια όργανα ελέγχου της παραγράφου 1, όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές
ενδείξεις ή υποψίες ότι διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να
διαπραχθεί οποιαδήποτε παράβαση των υποχρεώσεων των ελεγχόμενων που απορρέουν από τον
παρόντα νόμο ή τις κατ` εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.
*** Το άρθρο 3,όπως είχε τροποποιηθεί με τα άρθρα 4 Ν.3327/2005, 1 Ν.3849/2010,
9 Ν.3932/2011, 5 και 6 Ν.4065/2012,143 Ν.4251/2014,
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 224 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου,
από 1ης Ιανουαρίου 2015, η δε υπαγωγή των νέων κατηγοριών υπόχρεων προσώπων που
αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 περίπτωση α` , όπως αντικαθίσταται με το άρθρο
224 του αυτού νόμου 4281/2014 στην αρμοδιότητα της Επιτροπής του άρθρου 3Α,
αρχίζει την 1η Ιουλίου 2015.
[5] «Άρθρο 3Β
Λειτουργία της Επιτροπής
1. Στο πλαίσιο του ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, η Επιτροπή του άρθρου 3Α
μπορεί να ζητά από τα υπόχρεα πρόσωπα όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την
εκπλήρωση των καθηκόντων της, στις οποίες περιλαμβάνονται και ομαδοποιημένες πληροφορίες
που αφορούν ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών ή δραστηριοτήτων φυσικών ή νομικών
προσώπων ή οντοτήτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, τις κρατικές χρηματοδοτήσεις τους, τις
ιδιωτικές και τις παντός είδους εισφορές ή προσφορές. Η Επιτροπή αξιολογεί και διερευνά τις
πληροφορίες που διαβιβάζονται ή καθ` οιονδήποτε τρόπο περιέρχονται σε αυτήν σχετικά με την
υποβολή των δηλώσεων, τις ανακρίβειες ή ελλείψεις αυτών. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση σε κάθε
μορφής αρχείο δημόσιας αρχής, υπηρεσίας ή Οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα,
καθώς και στο σύστημα «Τειρεσίας» και μπορεί να ζητά, στο πλαίσιο των ελέγχων και των
ερευνών, τη συνεργασία και την παροχή στοιχείων κάθε είδους από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές,
προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού
δικαίου και οργανισμούς οποιασδήποτε μορφής, υποχρεουμένων όλων στην άμεση παροχή των
ανωτέρω στοιχείων ενημερώνουν δε τις αρμόδιες αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη
συμμόρφωσης τους προς τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Εναντι της
Επιτροπής δεν ισχύει, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών της, οποιοδήποτε τραπεζικό,
χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212,
261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε κάθε περίπτωση και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, η
Επιτροπή συνεπικουρείται στο έργο της από επίκουρο Εισαγγελέα Διαφθοράς του ν. 4139/2013,
τον οποίο προτείνει ο Εισαγγελέας Διαφθοράς μετά από αίτημα της Επιτροπής.
2. Η Επιτροπή ελέγχει όλες τις δηλώσεις των προσώπων των κατηγοριών α` έως και ε` της
παραγράφου 1 του άρθρου 1, των Γενικών Γραμματέων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, των
περιφερειαρχών και των δημάρχων των πόλεων άνω των 50.000 κατοίκων και διενεργεί
δειγματοληπτικούς ή στοχευμένους ελέγχους για τις υπόλοιπες κατηγορίες της αρμοδιότητας της,
σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 3. Κατά την επιλογή του δείγματος, η Επιτροπή μπορεί
να αποδίδει προτεραιότητα σε ειδικότερες υποκατηγορίες προσώπων με βάση τεχνικές ανάλυσης
επικινδυνότητας.
3. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής
ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές και
ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των
αντίστοιχων δικαιολογητικών και συντάσσουν αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή
για την υποβοήθηση του έργου της. Προς τον ίδιο σκοπό, η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη συνδρομή
οποιασδήποτε δημόσιας ελεγκτικής αρχής προσδιορίζοντας το αντικείμενο της.
4. Με το πέρας κάθε ελέγχου, η Επιτροπή αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή
να διαβιβαστεί με αιτιολογημένο και εμπεριστατωμένο πόρισμα της στον αρμόδιο Εισαγγελέα,
εφόσον τα στοιχεία κρίνονται βάσιμα και επαρκή. Αν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού, το
πόρισμα αποστέλλεται και στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και
εφόσον κρίνεται ανάγκη διερεύνησης επί θεμάτων φορολογικής ή άλλης αρχής ή υπηρεσίας, το
πόρισμα αποστέλλεται και σε αυτές. Σε περίπτωση υποθέσεως που τέθηκε στο αρχείο, αυτή
δύναται να ανασυρθεί μόνο όταν γίνεται επίκληση ή αναφαίνονται νέα πραγματικά στοιχεία που
δικαιολογούν την επανεξέταση ή καθίσταται αναγκαίος ο συσχετισμός της υποθέσεως με άλλη
έρευνα της Επιτροπής.
5. Η διαδικασία ελέγχου είναι εμπιστευτική. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο
Πρόεδρος, τα Μέλη, το προσωπικό της Επιτροπής, καθώς και τα πρόσωπα της παραγράφου 3
έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας και να
απέχουν από την εξέταση υποθέσεων για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα σύγκρουσης
συμφερόντων ή στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα συγγενικά ή οικεία. Εχουν καθήκον να τηρούν
εχεμύθεια για πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων
τους. Η υποχρέωση αυτή διατηρείται και μετά από την αποχώρηση τους από την Επιτροπή ή την
εκετέλεση των καθηκόντων τους όσον αφορά τα πρόσωπα της παραγράφου 3. Οι παραβαίνοντες
το ανωτέρω καθήκον εχεμύθειας τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
6. Όποιος παρεμποδίζει, με οποιονδήποτε τρόπο, το ελεγκτικό έργο και ιδίως αρνείται την παροχή
στοιχείων στην Επιτροπή ή στους ορκωτούς ελεγκτές τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον
έξι (6) μηνών.
7. Με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα που αφορά στο αντικείμενο, στη διαδικασία ελέγχου, καθώς
επίσης στην οργάνωση και τη λειτουργία της Επιτροπής για την εξέλεγξη των δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης των ανωτέρω προσώπων.»
*** Το άρθρο 3Β προστέθηκε με το άρθρο 226 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου, από 1ης Ιανουαρίου 2015
[6] * Τα άρθρα 4 και 5 του παρόντος ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.10
Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
[7] * Τα άρθρα 4 και 5 του παρόντος ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.10
Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
[8] «Άρθρο 6
Μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης
1. Υπόχρεος σε δήλωση που παραλείπει να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή
δήλωση τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Σε
περίπτωση που ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου που
απέκτησε επωφελούμενος της ιδιότητας του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών
και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000)
ευρώ.
2. Ο υπαίτιος του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι
δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο
(1.000.000) ευρώ; αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης περιουσίας του ιδίου και των λοιπών
προσώπων για τα οποία αυτός οφείλει να υποβάλει δήλωση υπερβαίνει συνολικά το ποσό των
τριακοσίων (300.000) χιλιάδων ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή
δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
3. Αν οι πράξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 τελέστηκαν από αμέλεια, επιβάλλεται
χρηματική ποινή. Το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις
περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.
4. Τρίτος ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην
παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή.
5. Τα φυσικά πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν. 3691/2008
που παραβιάζουν την υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος
τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.»
*** Το άρθρο 6 το οποίο είχε προστεθεί με το άρθρο 4 Ν.3849/2010 και είχε τροποποιηθεί
και συμπληρωθεί με το άρθρο 10 Ν.3932/2011 και το άρθρο 7 Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α 77, αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 227 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου,
από 1ης Ιανουαρίου 2015.
[9] "Αρθρο 9
Γενικές ποινικές διατάξεις
1. Οπου στις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων προβλέπεται αθροιστικά ποινή
στερητική της ελευθερίας και χρηματική, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 83 περ. ε`
του Ποινικού Κώδικα.
«2. Στον υπαίτιο των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 παράγραφος 2 και 8
παράγραφος 2 επιβάλλεται και αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως πέντε
(5) έτη, αν η ποινή είναι φυλάκιση, και από δύο (2) έως δέκα (10) έτη, αν η ποινή είναι κάθειρξη. Η
έκπτωση του υπαιτίου από το αιρετό δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό αξίωμα ή τη δημόσια,
δημοτική ή κοινοτική θέση που κατέχει, ως συνέπεια της αποστέρησης των πολιτικών του
δικαιωμάτων, επέρχεται αυτοδικαίως μόλις η καταδικαστική απόφαση καταστεί αμετάκλητη και
δεν μπορεί να αποκλειστεί με εφαρμογή του άρθρου 64 του Ποινικού Κώδικα.»
*** Η παράγραφος 2 αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.4.α. άρθρου 143 Ν.4251/2014,
ΦΕΚ Α 80/1.4.2014.
3.α. Τα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν προϊόν κάποιου από τα αδικήματα
των άρθρων 4 και 5 ή που αποκτήθηκαν αμέσως ή εμμέσως από προϊόν τέτοιων
αδικημάτων δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση.
Αν τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία έχουν αναμιχθεί με περιουσία που
αποκτήθηκε από νόμιμες πηγές, η περιουσία αυτή υπόκειται σε δήμευση μέχρι την
καθορισμένη αξία των αναμειχθέντων περιουσιακών στοιχείων. Το εισόδημα ή άλλα
οφέλη που προέρχονται από την αξιοποίηση του προϊόντος κάποιου από τα
αδικήματα των άρθρων 4 και 5 ή από περιουσία που αποκτήθηκε με τα προϊόντα
αυτά ή από περιουσία με την οποία έχουν αυτά αναμιχθεί, υπόκεινται επίσης σε
δήμευση στον ίδιο βαθμό, όπως τα προϊόντα του αδικήματος.
«β. Τα περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου από τα αδικήματα των
παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6, και εφόσον δεν έχει προηγηθεί εφαρμογή της παραγράφου 5
του άρθρου 2, δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη
νόμιμη προέλευση τους.»
*** Η περίπτωση β`,όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 8 Ν.4065/2012,
ΦΕΚ Α 77/9.4.2012,αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.4.β. άρθρου 143
Ν.4251/2014, ΦΕΚ Α 80/1.4.2014.
γ. Το μερίδιο συμμετοχής που ανήκει άμεσα ή έμμεσα στον υπαίτιο του
αδικήματος της παραγράφου 2 του άρθρου 8 και τα προϊόντα, το εισόδημα ή τα
άλλα οφέλη που αποκτήθηκαν από το μερίδιο αυτό ή τη συμμετοχή στη διοίκηση
της εξωχώριας εταιρείας δημεύονται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση.
δ. Αν τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με τις
παραπάνω διατάξεις, δεν υπάρχουν πλέον, δεν έχουν βρεθεί, δεν είναι δυνατόν
να κατασχεθούν ή ανήκουν σε τρίτο σε βάρος του οποίου δεν είναι δυνατόν να
επιβληθεί δήμευση, δημεύονται περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου ίσης αξίας με
αυτά κατά το χρόνο της καταδικαστικής απόφασης, όπως προσδιορίζονται από το
δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει και χρηματική ποινή μέχρι το
ποσό της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, αν κρίνει ότι δεν υπάρχουν
πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία για δήμευση ή τα υπάρχοντα υπολείπονται της
αξίας των υποκειμένων σε δήμευση.
4. Η διάταξη του άρθρου 263Β του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται και στα
εγκλήματα των άρθρων 4, 5 και 8 παρ. 2 του παρόντος νόμου."
*** Το αρχικό άρθρο 9 αναριθμήθηκε σε 15 και το πιο πάνω νέο άρθρο 9
προστέθηκε με τα άρθρα 1 (παρ.5) και 7 αντίστοιχα του Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α
80/26.5.2010.
[10] «Άρθρο 12
Καταλογισμός
Σε βάρος του ελεγχόμενου καταλογίζεται χρηματικό ποσό μέχρι της αξίας περιουσιακού
αποκτήματος, το οποίο απέκτησε ο ίδιος, ο/η σύζυγος του ή το ανήλικο τέκνο του, εφόσον η
προέλευση του περιουσιακού οφέλους δεν δικαιολογείται. Ο καταλογισμός γίνεται υπέρ του
Δημοσίου από το αρμόδιο τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ο
καταλογισμός αποκλείεται εάν το περιουσιακό στοιχείο έχει δημευθεί σύμφωνα με την παράγραφο
3 του άρθρου 9.»
*** Το αρχικό άρθρο 12 αναριθμήθηκε σε 18 και το πιο πάνω νέο άρθρο 12 προστέθηκε με τα
άρθρα 1 (παρ.5) και 10 αντίστοιχα του Ν.3849/2010, ΦΕΚ Α 80/26.5.2010 και στη συνέχεια
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 228 Ν.4281/2014,ΦΕΚ Α 160/8.8.2014.
ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος,σύμφωνα με το άρθρο 253 του αυτού νόμου, από 1ης Ιανουαρίου 2015.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου