Στις
27 Ιουλίου του 2012 στο Λονδίνο[1] θα
γίνει η έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων της 30ης Ολυμπιάδας[2].
Θα είναι οι δεύτεροι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ευρώπης, τελούμενοι υπό πλήρες
καθεστώς εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου και εν μέσω διεθνούς οικονομικής κρίσης.
Μετά
την εξαιρετικά συμβολική και ενδιαφέρουσα διοργάνωση της Κίνας, η Ευρώπη θα
έχει και πάλι το λόγο. Θεωρούμε ότι δεν είναι διόλου τυχαίο ότι όλες οι υποψήφιες πόλεις για το 2012 ήταν
πόλεις της Ευρώπης, και οι τρεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ζήτημα της υπαγωγής
της Ολυμπιακής διοργάνωσης στο κοινοτικό δίκαιο, όπως αυτό της αρμονικής
συνύπαρξης της Ευρώπης και της άθλησης, διατηρούν πρωταγωνιστικό ρόλο. Η συνύπαρξη της Ευρώπης και της άθλησης είναι
ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα τη θεωρία αλλά και τα κοινοτικά όργανα[3].
Ως εκ τούτου μία «ευρωπαϊκή διάσταση του αθλητισμού» [4]
αποτελεί ζήτημα που τίθεται με έμφαση κάθε φορά που ένα σημαντικό αθλητικό
γεγονός όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες λαμβάνουν χώρα σε πόλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το κοινοτικό δίκαιο και η νομολογία ασχολούνται πλέον συστηματικά με τον
αθλητισμό και μετά την απόφαση Bosman[5] εκδίδονται
σημαντικές αποφάσεις που αναδεικνύουν
την επικαιρότητα του ζητήματος[6].
Εχοντας ασχοληθεί ιδιαίτερα με το θέμα αυτό στο βιβλίο μας THE OLYMPIC GAMES OF THE EUROPEAN UNION φέρνουμε λίγο τη συζήτηση στο νομικό πλαίσιο και τους θεσμούς
Σε
αυτό το πλαίσιο οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως
διοργάνωση διεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο στο μέτρο που το κοινοτικό δίκαιο
εμπλέκεται σε σχέσεις που αφορούν τη διεθνή αθλητική κοινότητα[7]
αλλά και σε σημαντικότατης έκτασης οικονομικές σχέσεις άμεσα συνδεόμενες με τον
αθλητισμό[8]. Η
διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων υπό καθεστώς κοινοτικού δικαίου στην
Αθήνα θα μπορούσε να συνεισφέρει δημιουργικά στην θεμελίωση μιας ευρωπαϊκής
αντίληψης για το Ολυμπιακό φαινόμενο, μιας αντίληψης που δεν θα ήταν μακριά και
από τις ρίζες που το δημιούργησαν. Σύνθεση των θεωριών της κλασσικής
αρχαιότητας και του fair play[9] των αγγλοσαξόνων ξεπήδησε μέσα από τον κολλεγιακό
αθλητισμό που λάτρεψε ο De Coubertin, ένας ιδιαίτερος άνθρωπος μιας εποχής που ανέδειξε
τον προμηθεϊκό άνθρωπο και την αξία του ανθρώπινου σώματος.
Αξίζει εξάλλου ενόψει της
προετοιμασίας των Αγώνων του Λονδίνου να διαπιστώσει κανείς το νομοθετικό έργο
που συντελείται για τη φιλοξενία αυτών των Αγώνων τόσο από το αγγλικό δίκαιο
όσο και από το κοινοτικό δίκαιο. Οι κανόνες των παιγνίων και οι κανόνες των
κρατών και των ενώσεων κρατών ανταγωνίζονται ιδιαίτερα έντονα!
O “London Olympic Games and Paralympic Games Act 2006” («Νόμος του 2006
για τους Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες»· εφεξής «ο Νόμος»), ο οποίος κυρώθηκε την
30η Μαρτίου 2006, θέτει το κανονιστικό πλαίσιο για την προπαρασκευή
και τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων που θα λάβουν χώρα
στο Λονδίνο το έτος 2012, εισάγοντας ειδικές ρυθμίσεις στη βρετανική έννομη τάξη,
προς εκπλήρωση των δεσμεύσεων της διοργανώτριας πόλης έναντι της Διεθνούς
Ολυμπιακής Επιτροπής.
Ο Νόμος περιλαμβάνει 42
άρθρα (“sections”) και διαρθρώνεται σε επτά μέρη:
1. Introductory (sections
1 & 2)· Εισαγωγικές διατάξεις.
2. The
Olympic Delivery Authority (sections 3 –
9)· Ολυμπιακή
Εκτελεστική Αρχή.
3. Transport (sections 10 – 18)· Μεταφορές.
4. Advertising (sections
19 – 24)· Διαφήμιση.
5.
Trading (sections 25 – 31)· Εμπόριο.
6.
Miscellaneous (sections 32 – 36)· Διάφορα.
7.
General (sections 37 – 42)· Γενικές Διατάξεις.
Περιλαμβάνει επίσης
τέσσερα (4) Παραρτήματα.
Επιμέρους ρυθμίσεις
1. Εισαγωγικές διατάξεις.
Διευκρινίζεται, μεταξύ
άλλων, ότι ο όρος “London Olympics” καταλαμβάνει πέρα από τους αγώνες
καθ’ εαυτούς και κάθε μη αθλητικό γεγονός, εντός ή εκτός Λονδίνου, το οποίο
όμως σχετίζεται άμεσα με τους Αγώνες σύμφωνα με τη Σύμβαση Φιλοξενούσας Πόλης
με τη ΔΟΕ[10]. Η Ολυμπιακή Περίοδος του
Λονδίνου (“London Olympics Period”) εκκινεί τέσσερεις (4) εβδομάδες
προ της ημέρας της τελετής έναρξης και λήγει πέντε (5) μέρες μετά τη τελετή
λήξης των Παραολυμπιακών Αγώνων[11].
2. The Olympic Delivery Authority.
Με τον παρόντα Νόμο
ιδρύεται η “Olympic Delivery Authority” («Ολυμπιακή Εκτελεστική Αρχή»· εφεξής “η Αρχή”)[12]. Η
Αρχή δύναται να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που θεωρεί αναγκαία ή σκόπιμη
για την προετοιμασία των Αγώνων. Για το σκοπό αυτό η Αρχή δύναται, μεταξύ άλλων,
να προβαίνει σε αγορές και πωλήσεις ακινήτων, καθώς και σε άλλες συναλλαγές
σχετικές με ακίνητα, εγκαταστάσεις ή υποδομές, να υπεισέρχεται σε συμβατικές
σχέσεις, να συνάπτει συμφωνίες για την κατασκευή εγκαταστάσεων και υποδομών,
συμπεριλαμβανομένων της ύδρευσης, της ηλεκτροδότησης και λοιπών υπηρεσιών, τη
συγκοινωνιακή τους σύνδεση, καθώς και το φωτισμό και τον καθαρισμό των οδών.
Παράλληλα, δύναται η Αρχή να συνεργάζεται με άλλα πρόσωπα και να συγκροτεί, ή
να συμμετέχει στη συγκρότηση, α.ε[13]. Για
την εκτέλεση των λειτουργιών της Αρχής, ο Νόμος προβλέπει τη μεταφορά
περιουσιακών στοιχείων από και προς την Αρχή[14].
Σημειώνεται ότι η Αρχή
δεν είναι δημόσια υπηρεσία, ούτε απολαμβάνει προνόμια ή εξουσίες του δημόσιου
τομέα[15].
Η Αρχή υπέχει ευθύνη προς
αποζημίωση έναντι παντός προσώπου, του οποίου η ιδιοκτησία θίγεται από την
εκτέλεση των έργων της Αρχής. Συναφώς καθορίζεται και το αρμόδιο δικαστήριο για
την επίλυση των διαφορών (“Lands Tribunal”)[16].
Ο Νόμος εξουσιοδοτεί τη
Διοίκηση να αναθέσει στην Αρχή αρμοδιότητες τοπικής χωροταξικής αρχής
ακολουθώντας το σύνηθες πρότυπο των δημοτικών συνεταιρισμών αστικής ανάπτυξης (“urban development corporation”)[17].
Τέλος, η Αρχή λαμβάνει υπόψη την ασφάλεια των αγώνων σε συνεργασία με τις
αρμόδιες αστυνομικές αρχές[18].
Σημειώνεται ότι η Αρχή
μεριμνά κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της και για τη μεταολυμπιακή
αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων και υποδομών[19].
3. Μεταφορές.
Ιδιαίτερη μέριμνα
λαμβάνεται για το συγκοινωνιακό δίκτυο του Λονδίνου. Έτσι, ανατίθεται στην Αρχή
η κατάρτιση και η αναθεώρηση σχεδίου για την αντιμετώπιση των συγκοινωνιακών
ζητημάτων κατά τη διάρκεια των Αγώνων σε συνεργασία με τους φορείς της πόλης (“Olympic Transport Plan”). Προς τούτο, το σχέδιο θα
περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την κατασκευή συγκοινωνιακών συστημάτων και
υποδομών, τη δημιουργία και συντήρηση του «Δικτύου
Ολυμπιακών Διαδρομών» (“Olympic Route Network”), την εποπτεία των μέσων μεταφοράς,
τον έλεγχο της κυκλοφορίας και την επιβολή περιορισμών ή το κλείσιμο των δρόμων
κατά τη διάρκεια των Αγώνων[20].
Επιμέρους διατάξεις περιγράφουν το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων διαφόρων οργανισμών
και φορέων.
4. Διαφήμιση.
Ανατίθεται στη Διοίκηση η
κανονιστική αρμοδιότητα για τη ρύθμιση της διαφήμισης (συμπεριλαμβανόμενης της
μη-εμπορικής) στους χώρους πέριξ των ολυμπιακών εγκαταστάσεων με σκοπό την
εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θέτει η ΔΟΕ και η Σύμβαση Φιλοξενούσας Πόλης. Οι
σχετικές ρυθμίσεις, για τις οποίες αναγνωρίζεται στη Διοίκηση ευρεία διακριτική
ευχέρεια, θα εξειδικεύουν τη φύση και την έκταση των περιορισμών της
διαφήμισης, συμπεριλαμβανομένων του τόπου, του χρόνου και του τύπου διαφημίσεων
για τους οποίους ισχύουν οι περιορισμοί[21].
Στην Αρχή ανατίθεται ο ρόλος ενημέρωσης του κοινού και υποστήριξης της
Διοίκησης[22].
Ο Νόμος ανάγει την
παράβαση των ανωτέρω ρυθμίσεων σε ποινικό αδίκημα[23],
παρέχει δε στις αστυνομικές αρχές ή σε πρόσωπα που ορίζει η Αρχή την εξουσία
εισόδου σε γήπεδα ή εγκαταστάσεις και κατάσχεσης αντικειμένων προς αποτροπή ή
καταστολή παράνομων διαφημίσεων[24].
5. Εμπόριο.
Ανατίθεται στη Διοίκηση η
κανονιστική αρμοδιότητα για τη ρύθμιση τoυ εμπορίου στους χώρους πέριξ των
ολυμπιακών εγκαταστάσεων με σκοπό την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θέτει η ΔΟΕ
και η Σύμβαση Φιλοξενούσας Πόλης. Οι σχετικές ρυθμίσεις θα εξειδικεύουν τη φύση
και την έκταση των περιορισμών του εμπορίου, συμπεριλαμβανομένων του τόπου, του
χρόνου και του τύπου δραστηριοτήτων για τους οποίους ισχύουν οι περιορισμοί.
Πάντως, οι ρυθμίσεις θα εφαρμόζονται μόνο αναφορικά με εμπορικές πράξεις που
τελούνται σε δημόσιο δρόμο ή σε άλλο μέρος όπου το κοινό έχει πρόσβαση εξαιρουμένων
των κτηρίων (πλην των χώρων στάθμευσης). Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω ρυθμίσεις
θα εξουσιοδοτούν την Αρχή να επιτρέπει το εμπόριο στους χώρους πέριξ των
ολυμπιακών εγκαταστάσεων[25].
Ο Νόμος ανάγει την
παράβαση των ανωτέρω ρυθμίσεων σε ποινικό αδίκημα[26],
παρέχει δε στις αστυνομικές αρχές ή σε πρόσωπα που ορίζει η Αρχή την εξουσία
εισόδου σε γήπεδα ή εγκαταστάσεις και κατάσχεσης αντικειμένων προς αποτροπή ή
καταστολή του παράνομου εμπορίου[27].
Ειδική διάταξη ρυθμίζει
την πώληση ολυμπιακών εισιτηρίων[28]. Έτσι,
όποιος πωλεί, προσφέρει, εμφανίζει ή διαφημίζει προς πώληση ή διαθέτει ή
προσφέρει προς διάθεση σε πρόσωπο, το οποίο πληρώνει ή συμφωνεί να πληρώσει για
άλλο αγαθό ή υπηρεσία, παράνομα ολυμπιακό εισιτήριο διαπράττει ποινικό αδίκημα.
Το τοπικό πεδίο εφαρμογής της προκείμενης διάταξης εκτείνεται σε οποιαδήποτε
σχετική πράξη που τελείται εντός του Ηνωμένου Βασιλείου ή [οπουδήποτε] αλλού[29],
δηλαδή και εκτός Η.Β. ή μέσω του Διαδικτύου[30].
6. Διάφορες Διατάξεις.
Θεσπίζονται διατάξεις για
τη χρήση και την προστασία του Ολυμπιακού Συμβόλου (που καλύπτει και κάθε
παρόμοιο σύμβολο, λέξη ή φράση)[31] και
του Σήματος των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου (“London Olympics association right”), το οποίο παρουσιάζει προς το
κοινό τη σύνδεση ανάμεσα σε ένα προϊόν ή μία υπηρεσία, ή σε ένα πρόσωπο που
παρέχει προϊόντα ή υπηρεσίες, με τους Ολυμπιακούς Αγώνες[32]. Η
παράβαση των σχετικών διατάξεων συνιστά ποινικό αδίκημα.
Παράλληλα, οριοθετείται
το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του «Οργανισμού
Μείζονος Λονδίνου» (“Greater London Authority”) για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή
των Αγώνων[33].
7. Γενικές Διατάξεις.
Θεσπίζονται διατάξεις για
την εφαρμογή του Νόμου στη Σκωτία, τη Βόρεια Ιρλανδία, την έναρξη και διάρκεια
ισχύος και το τοπικό πεδίο εφαρμογής των επιμέρους διατάξεων του Νόμου[34].
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
1) London Olympic Games and Paralympic Games
Act 2006
2) >> - Explanatory Notes
3) >> - Regulatory Impact
Assessment
[3] Βλ. μεταξύ άλλων
Κλαμαρή Ν., Μπρεδήμα Α., Μαλάτου
Α., (επ.) Ολυμπιακοί Αγώνες και δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2005, Ολυμπιακοί
Αγώνες, Ζητήματα Δημοσίου Δικαίου, Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου, Ειδικό Τεύχος
2003, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Ολυμπιακοί Αγώνες και Περιβάλλον, Ελληνική Εταιρία
Δικαίου Περιβάλλοντος, Αντ. Ν. Σάκκουλας 2002, Γιαννακούρου Γ., Τροβά Ε., Ολυμπιακοί Αγώνες και Δίκαιο, Αντ. Ν.
Σάκκουλας 2001, Μαλάτου Α., Η επιστημολογική προσέγγιση του αθλητικού δικαίου, Αντ. Ν.
Σάκκουλας, 2000, Κουσούλη Σ.-Μαλάτου Α.,
Αθλητική Νομοθεσία, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 2000, Δελλή
Γ., Επαγγελματικός Αθλητισμός και κοινοτική έννομη τάξη, Η θέση του Δ.Ε.Κ.
στην απόφαση "Βosman" (C- 415/93), Το Σύνταγμα, 1996, σ. 205
επ., όπου και αναλυτική βιβλιογραφία, Παναγιωτόπουλου Δ., Αθλητικό Δίκαιο, Συστηματική
Θεμελίωση – Εφαρμογή, Αντ. Σάκκουλας 2001, Panagiotopoulos
D., Sports Law, A European dimension, Ant. Sakkoulas Publishers, Athens
2003, Σκουρή Π. Τροβά Ε., Από τους
πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της
Ευρώπης, Αντ. Ν. Σάκκουλας 2003, Τροβά Ε.
Σκουρή Π., Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ευρώπης, Μεταμεσονύκτιες
Εκδόσεις Αθήνα, 2004.
[4] Βλ. την ενδιαφέρουσα διατύπωση της Δημοκρατίας της
Φινλανδίας στην T-313/02 της 30ής
Σεπτεμβρίου 2004, David Meca-Medina, Igor Majcen κατά Επιτροπής των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ιδίως την παρ. 34
«Η
Δημοκρατία της Φινλανδίας ισχυρίζεται ότι ο αθλητισμός παρουσιάζει δύο όψεις:
υπάρχει, αφενός, η καθεαυτό αθλητική δραστηριότητα, η οποία έχει κοινωνική,
ενωτική και πολιτιστική λειτουργία και, αφετέρου, μια οικονομική δραστηριότητα
που βασίζεται στον αθλητισμό. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι ο αθλητισμός
εμπίπτει στο κοινοτικό δίκαιο μόνον κατά το μέτρο που πρόκειται περί
οικονομικής δραστηριότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 ΕΚ (αποφάσεις του
Δικαστηρίου της 12ης Δεκεμβρίου 1974, 36/74, Walrave και Koch, Συλλογή τόμος
1974, σ. 563, στο εξής: απόφαση Walrave, σκέψη 8, της 15ης Δεκεμβρίου 1995,
C-415/93, Bosman, Συλλογή 1993, σ. I-4921, στο εξής: απόφαση Bosman, σκέψη 73,
και της 11ης Απριλίου 2000, C-51/96 και C-191/97, Deliege, Συλλογή 2000, σ.
I-2549, στο εξής: απόφαση Deliege, σκέψη 41). Έτσι, η καθεαυτό αθλητική
δραστηριότητα και οι συμφυείς προς τη δραστηριότητα αυτή κανόνες, μεταξύ των
οποίων περιλαμβάνονται οι κανόνες για την καταπολέμηση της φαρμακοδιεγέρσεως,
εκφεύγουν του πεδίου εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου περί ανταγωνισμού. Για
τον λόγο αυτόν, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να δεχθεί την υπό κρίση προσφυγή
χωρίς να αποδυναμώσει το διεθνές σύστημα καταπολεμήσεως της φαρμακοδιεγέρσεως,
πράγμα το οποίο, με τη σειρά του, θα αποδυνάμωνε τις αξίες τις οποίες σκοπεί να
προαγάγει η οργάνωση του αθλητισμού». Βλ. επίσης Klose M., Die Rolle des Sports bei der europäischen
Einigung, Duncker und Humblot Berlin, 1989, Schroeder
W., Sport und europäische Integration, Die Diskriminierung von Sportlern in der
Europäischen Gemeinschaft, V.V.F. Verlag München, 1987.
[5] C -415/93, της 15/12/1995 Bosman. Βλ. ακόμη ειδικά τη
διατύπωση στην T-313/02 της 30ής
Σεπτεμβρίου 2004, David Meca-Medina, Igor Majcen κατά Επιτροπής των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
«37. Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα
με την παγία νομολογία του Δικαστηρίου, λαμβανομένων υπόψη των σκοπών της
Κοινότητας, η άσκηση του αθλητισμού εμπίπτει στο κοινοτικό δίκαιο μόνον κατά το
μέτρο που συνιστά οικονομική δραστηριότητα υπό την έννοια του άρθρου 2 της
Συνθήκης ΕΚ (αποφάσεις του Δικαστηρίου Walrave, σκέψη 4, της 14ης Ιουλίου 1976,
13/76, Dona, Συλλογή τόμος 1976, σ. 507, στο εξής: απόφαση Dona, σκέψη 12,
Bosman, σκέψη 73, Deliege, σκέψη 41, και της 13ης Απριλίου 2000, C-176/96,
Lehtonen και Castors Braine, Συλλογή 2000, σ. I-2681, στο εξής: απόφαση
Lehtonen σκέψη 32). Το Δικαστήριο έχει, εξάλλου, αναγνωρίσει ότι η αθλητική
δραστηριότητα έχει ιδιαίτερη κοινωνική σημασία στην Κοινότητα (αποφάσεις
Bosman, σκέψη 106, και Deliege, σκέψη 41)».
[6] Βλ. μεταξύ άλλων Αποφάσεις της 27ης Σεπτεμβρίου 2001,
C-63/99, Gloszczuk (Συλλογή 2001, σ. I-6369), της 29ης Ιανουαρίου 2002,
C-162/00, Pokrzeptowicz-Meyer (Συλλογή 2002, σ. I-1049), και της 8ης Μαΐου
2003, C-438/00, Deutscher Handballbund (Συλλογή 2003, σ. I-4135), Και την πρόσφατη T-313/02
(τέταρτο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, David Meca-Medina, Igor Majcen κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Τις
προτάσεις της Γενικής εισαγγελέως
CHRISTINE STIX-HACKL της 11ης Ιανουαρίου 2005 στην Υπόθεση C-265/03 Igor Simutenkov
κατά Ministerio de Educacion y Cultura
και Real Federacion Espanola
de Football
[7] Την απόφασης του ΔΕΚ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις
C-51/96 και C-191/97 της 11ης Απριλίου 2000 Christelle Deliege Και Ligue francophone de judo et disciplines associees ASBL, Ligue belge de judo ASBL, T-313/02
(τέταρτο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, David Meca-Medina, Igor Majcen κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κλπ.
[8] Βλ. την απόφαση του ΔΕΚ C-429/02, της 13ης Ιουλίου 2004 Bacardi France SAS, πρώην Bacardi-Martini SAS, και Television francaise
1 SA (TF1), Groupe Jean-Claude Darmon SA, Girosport SARL, C-338/02 της 9ης Νοεμβρίου
2004 Fixtures Marketing Ltd κατά Svenska Spel AB κλπ.
[9] Caille A., The concept of fair play, Olympic Review, Αugust – September 1998, σ. 27. Bλ. Ακόμη http://www.fairplayinternational.org/history.php
για την προώθηση της έννοιας.
[12] Section 3.
[23] Section 21.
[24] Section 22.
[26] Section 27.
[27] Section 28.
[28] Section 31.
[31] Section 32 και Παράρτημα 3.
[32] Section 33 και Παράρτημα 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου