ΝΟΜΙΚΑ ΝΕΑ

NOMIKΑ ΝΕΑ LAW BLOG

NOMIKΑ ΝΕΑ LAW BLOG

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

ΣτΕ Ολ 2307/2014 Και πάλι για το Μνημόνιο

.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας δημοσίευσετην μια  αρκετά «σκληρή» για τους εργαζομένους  απόφαση με την οποία έκρινε αντισυνταγματικό το Μνημόνιο ΙΙ (νόμος 4046/2012) μόνο κατά το σκέλος εκείνο με το οποίο καταργείται η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία.
Όλα τα άλλα μέτρα που προβλέφθηκαν σε βάρος των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα  από το Μνημονίου ΙΙ, όπως είναι η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, η κατάργηση του επιδόματος γάμου, η κατάργηση της υπογραφής των εθνικών γενικών  συλλογικών συμβάσεων εργασίας (κατώτερες αποδοχές) μετά από διαπραγματεύσεις εργοδοτών και εργαζομένων (ΣΕΒ-ΓΕΣΕΕ), η λεγόμενη «μετενέργεια», κ.λπ., κρίθηκαν από την Ολομέλεια του ΣτΕ συνταγματικά, σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Αντισυνταγματική έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ τη διάταξη της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012 -γνωστής ως Μνημονίο II- που καταργεί τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διατησία του ΟΜΕΔ, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων δεν καταλήξουν σε συμφωνία. 

Η βαρυσήμαντη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι «επιβάλλεται από το Σύνταγμα στο Νομοθέτη να προβλέπει και τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία έστω και από το ένα μέρος, ώστε να μη παραμένει αρρύθμιστο σημαντικό μέρος της συλλογικής διαφοράς με τους εντεύθεν κινδύνους, με βλάβη της κοινωνικής ειρήνης και την επάνοδο στο ρυθμιστικό πεδίο των ατομικών συμβάσεων εργασίας, κατά τη σύναψη των οποίων βρίσκεται κατά κανόνα σε πλεονεκτική θέση η εργοδοτική πλευρά».

Σύμφωνα με την υπ΄ αριθμ. 2307/2014 απόφασή  η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι δεν είναι αντίθετα στο Σύνταγμα, τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) τα άλλα μέτρα που προβλέφθηκαν για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα από το Μνημόνιο ΙΙ, όπως είναι η μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών, η κατάργηση του επιδόματος γάμου, η κατάργηση της υπογραφής των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (κατώτερες αποδοχές) μετά από διαπραγματεύσεις εργοδοτών και εργαζομένων (ΣΕΒ-ΓΣΕΕ), η λεγόμενη «μετενέργεια», κ.λπ.
Οι Σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους για «λόγους υπέρτερου κοινωνικού συμφέροντος» όλους τους ισχυρισμούς της Γ.Σ.Ε.Ε., της Ο.Τ.Ο.Ε., των άλλων Οργανώσεων, κ.λπ. που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ, εκτός από αυτούς που αφορούν τη διαιτησία.

Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στο άρθρο 22, παράγραφος 2 του Συντάγματος) η κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία (νόμοι 1876/1990 και 3899/2010) για την επίλυση εργασιακών θεμάτων (αύξηση αποδοχών, επιδόματα, άδειες, αργίες, κ.λπ.).

Αναλυτικότερα, κρίθηκε ότι το άρθρο 3 της Π.Υ.Σ. 6/2012 με το οποίο ορίσθηκε ότι «η προσφυγή στην διαιτησία προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση συμφωνία των μερών, αντίκειται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι ακυρωτέα».

Αντίθετα, με την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ επανέρχεται η διαιτησία στο παλαιό νομοθετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο μπορούσαν να πηγαίνουν στην διαιτησία προς επίλυση όλα τα θέματα των εργασιακών σχέσεων και όρων (μισθοί, επιδόματα, άδειες, κ.λπ.). Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντισυνταγματική τη ρύθμιση τόσο της Π.Υ.Σ. 6/2012, όσο και του νόμου 3899/2010 που περιόριζε τη διαιτησία αποκλειστικά μόνο στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου.

Σημειώνεται ότι η διαιτησία είναι ένας μηχανισμός επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας σε περίπτωση αποτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Συγκεκριμένα, με την προϊσχύουσα νομοθεσία, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων δεν κατέληγαν σε κοινή συμφωνία, οποιοδήποτε από τα δύο μέρη είχε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη διαδικασία διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς ώστε να ρυθμιστούν οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων, είτε του κλάδου, τον οποίο αφορούσε η διαφορά, είτε του συνόλου των εργαζομένων, αν αντικείμενο της διαφοράς ήταν η σύναψη εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.

Με την 6/2012 Π.Υ.Σ. καταργήθηκε η δυνατότητα αυτή έτσι ώστε, σε περίπτωση κατά την οποία η συλλογική διαφορά δεν κατέληγε σε συμφωνία, δεν υπήρχε δυνατότητα να επιβληθούν γενικοί όροι εργασίας, υποχρεωτικοί για τους εργοδότες. Η ακύρωση της σχετικής διάταξης της Π.Υ.Σ. έχει ως συνέπεια να επανέρχεται σε ισχύ το παλαιότερο καθεστώς ως προς το θέμα αυτό.

Αναλυτικότερα:


Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με μία απόφαση 60 σελίδων (2307/2014) αποφάνθηκε ότι είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στο άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος) η κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία (νόμοι 1876/1990 και 3899/2010)  για την επίλυση εργασιακών θεμάτων (αύξηση αποδοχών, επιδόματα, άδειες, αργίες, κ.λπ.).

Συγκεκριμένα κρίθηκε ότι το άρθρο 3 της Π.Υ.Σ. 6/2012 με το οποίο ορίσθηκε ότι «η προσφυγή στην διαιτησία προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση συμφωνία των μερών, αντίκειται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι ακυρωτέα».

Παράλληλα, με την απόφαση του ΣτΕ επανήλθε η διαιτησία στο παλαιό νομοθετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίοι  μπορούσαν να πηγαίνουν στην διαιτησία προς επίλυση όλα τα θέματα των εργασιακών σχέσεων και όρων (μισθοί, επιδόματα, άδειες, κ.λπ.). Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντισυνταγματική τη ρύθμιση τόσο της Π.Υ.Σ. 6/2012, όσο και του νόμου 3899/2010 που περιόριζε τη διαιτησία αποκλειστικά μόνο στον καθορισμό του βασικού μισθού και ημερομισθίου.
Η διαιτησία είναι ένας ο μηχανισμός επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας σε περίπτωση αποτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Στη διαιτησία (Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας) μπορεί να προσφύγει είτε η πλευρά των εργαζομένων (συνδικαλιστικές οργανώσεις) είτε η πλευρά των εργοδοτών, αφού αποτύχουν οι μεταξύ τους διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, που αρχίζουν, κατά κανόνα, μετά τη λήξη ισχύος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Μπορεί όμως και μονομερώς να προσφύγει μια από τις δύο πλευρές, χωρίς τη συναίνεση της άλλης.
Επίσης, στη διαιτησία του Ν. 1876/1990 μπορεί να οδηγηθούν όλες οι διαφορές που προκύπτουν από επιχειρησιακές, κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, όπως είναι μισθολογικές διαφορές, η χορήγηση επιδομάτων, κ.ά.
Με άλλα λόγια  με την προϊσχύουσα νομοθεσία, αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων δεν κατέληγαν σε κοινή συμφωνία, οποιοδήποτε από τα δύο μέρη είχε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τη διαδικασία διαιτητικής επίλυσης της διαφοράς ώστε να ρυθμιστούν οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων, είτε του κλάδου, τον οποίο αφορούσε η διαφορά, είτε του συνόλου των εργαζομένων, αν αντικείμενο της διαφοράς ήταν η σύναψη εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Με την 6/2012 Π.Υ.Σ. καταργήθηκε η δυνατότητα αυτή έτσι ώστε, σε περίπτωση κατά την οποία η συλλογική διαφορά δεν κατέληγε σε συμφωνία, δεν υπήρχε δυνατότητα να επιβληθούν γενικοί όροι εργασίας, υποχρεωτικοί για τους εργοδότες. Η ακύρωση της σχετικής διάταξης της Π.Υ.Σ. έχει ως συνέπεια να επανέρχεται σε ισχύ το παλαιότερο καθεστώς ως προς το θέμα αυτό.
Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 3 της 6/2012 Π.Ν.Π. προβλέπει ρητά ότι «από 14.2.2012 η προσφυγή στη διαιτησία γίνεται αποκλειστικά με κοινή συμφωνία των μερών». Επίσης, προβλέπεται ότι οι «προσφυγές που έχουν κατατεθεί στον Ο.Μ.Ε.Δ. μέχρι 28.2.2012 και δεν έχει εκδοθεί διαιτητική απόφαση, αν μεν έχουν κατατεθεί μονομερώς δεν συζητούνται και τίθενται στο αρχείο, ενώ αν έχουν κατατεθεί με κοινή συμφωνία των μερών κρίνονται».





Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει τον Ιανουάριο του 2012, μεταξύ των άλλων, η Γ.Σ.Ε.Ε., η Ο.Τ.Ο.Ε., η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (Π.Ο.Ε.Σ.Υ.), Σύλλογοι τραπεζοϋπαλλήλων (Γενικής Τραπέζης Ελλάδος, Τράπεζας Αττικής και στη Marfin-Εγνατία Τράπεζα), καθώς και άλλα σωματεία εργαζομένων από διάφορους χώρους.

Στις 7 Δεκεμβρίου 2012 συζητήθηκε η υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ. Πρόεδρος ήταν ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος, εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Ηρακλής Τσακόπουλος

Τον Απρίλιο του 2013 πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη των δικαστών κεκλεισμένων των θυρών. Η υπόθεση έμεινε στα χέρια του εισηγητή 19 μήνες (χρόνος πάντως συνηθισμένος για σοβαρές υποθέσεις) και πρόσφατα  δημοσιεύθηκε η επίμαχη απόφαση.


newsroom naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ


Δεν υπάρχουν σχόλια: