Ενημερωτικά λοιπόν
Ο ν. 3213/03 «Δήλωση και έλεγχος περιουσιακής καταστασης βουλευτών, δημόσιων λειτουργών και υπαλλήλων, ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης και άλλων κατηγοριών προσώπων» ρυθμίζει την περιουσιακή κατάσταση των βουλευτών και άλλων δημοσίων λειτουργών στη χώρα μας . Σύμφωνα με το άρθ. 1 του νόμου δήλωση της περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους υποβάλλουν:
α. Ο Πρωθυπουργός.
β. Οι Αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
γ. Οι υπουργοί, οι αναπληρωτές υπουργοί και οι υφυπουργοί
δ. Οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές.
ε. Όσοι διαχειρίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146 Α), τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων. στ. Οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων και της Βουλής, ο γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου, οι γενικοί γραμματείς περιφερειών, καθώς και οι υπάλληλοι ή σύμβουλοι ειδικών θέσεων και οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι οποίοι διορίζονται με πράξη μονομελούς ή συλλογικού κυβερνητικού οργάνου. ζ. Οι πρόεδροι των διευρυμένων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, οι νομάρχες, οι βοηθοί νομάρχες, οι πρόεδροι των νομαρχιακών επιτροπών, καθώς, επίσης, οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των αμιγών ή μεικτών επιχειρήσεων των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων.
η. Οι δήμαρχοι, οι αντιδήμαρχοι και τα μέλη των δημαρχιακών επιτροπών, καθώς και οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των αμιγών ή μεικτών δημοτικών επιχειρήσεων των ανωτέρω Ο.Τ.Α. και των συνδέσμων δήμων, κοινοτήτων και δήμων και κοινοτήτων.
θ. Οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι γενικοί διευθυντές νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων, δημοσίων οργανισμών, καθώς και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.
ι. Οι πρόεδροι και τα μέλη των επιτροπών διενέργειας και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων διαγωνισμών για τις προμήθειες των κρατικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και των προμηθειών των ενόπλων δυνάμεων, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, των δημόσιων επιχειρήσεων και των δημόσιων οργανισμών, εφόσον υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, καθώς επίσης οι Γενικοί Διευθυντές και Διευθυντές της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικών Προμηθειών και οι κατέχοντες αντίστοιχες θέσεις στο Δημόσιο και στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, στις δημόσιες επιχειρήσεις και τους δημόσιους οργανισμούς. Την ίδια υποχρέωση υπέχουν ο πρόεδρος και τα μέλη των επιτροπών διενέργειας και αξιολόγησης αποτελεσμάτων διαγωνισμών παροχής υπηρεσιών, στους ανωτέρω φορείς και υπό τον ίδιο περιορισμό ποσού, καθώς και οι πρόεδροι και τα μέλη των επιτροπών διαγωνισμού και εισηγήσεων ανάθεσης έργων των φορέων, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α) και του π.δ. 609/1985 (ΦΕΚ 223 Α), εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. ια. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί
ιβ. Οι πρόεδροι, οι διοικητές, οι υποδιοικητές και οι γενικοί διευθυντές πιστωτικών ιδρυμάτων.
ιγ. Οι μέτοχοι και εταίροι κάθε μορφής εταιρειών, οι οποίες κατέχουν άδεια λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, καθώς και λειτουργίας ραδιοφωνικών σταθμών.
ιδ. Οι μέτοχοι και εταίροι κάθε μορφής εταιρειών, οι οποίες εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας.
ιε. Οι δημοσιογράφοι μέλη των οικείων ενώσεων συντακτών, καθώς και όσοι παρέχουν δημοσιογραφικές υπηρεσίες σε επιχειρήσεις έκδοσης εντύπων ή σε ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης με σύμβαση εργασίας ή έργου.
Η δήλωση αυτή υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ορκωμοσία ή την ανάληψη των καθηκόντων τους ή την απόκτηση της άδειας ή την έναρξη της επιχείρησης ή του επαγγέλματός τους. Επίσης, η δήλωση αυτή υποβάλλεται κάθε χρόνο κατά το διάστημα της θητείας, της άσκησης της δραστηριότητας ή της διατήρησης της ιδιότητας των υπόχρεων και για τρία (3) χρόνια μετά από την απώλεια ή τη λήξη της, το αργότερο την 30ή Ιουνίου κάθε έτους.Tα όρια της δημοσιοποίησης των σχετικών δεδομένων έχει ήδη επεξεργασθεί η αρμόδια Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων .
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει, λεπτομερώς, τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία.Ως περιουσιακά στοιχεία, θεωρούνται, ιδίως: i. Τα έσοδα, από κάθε πηγή, κατά τα τρία τελευταία οικονομικά έτη πριν από την αρχική υποβολή της δήλωσης και κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για τις μετέπειτα υποβαλλόμενες δηλώσεις. ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους.iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, τα ομόλογα και ομολογίες κΑθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικΑ προϊόντα κάθε είδους.iv. Οι καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα. v. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα. vi. Η συμμετοχή σε κάθε είδους επιχείρηση. β.i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα. Σοβαρές ποινικές κυρώσεις προβλέπει το άρθρο 4 του νόμου αυτού για τους παραβάτες του νόμου[1] ενώ ρητά ρυθμίζεται ότι «1. Ελεγχόμενος, ο οποίος αποκτά ή προσπορίζει σε τρίτο περιουσιακό όφελος επωφελούμενος της ιδιότητας του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπονται βαρύτερες ποινές. Στον υπαίτιο επιβάλλεται και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως πέντε (5) έτη. Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται οι σύζυγοι και τα τέκνα του που απέκτησαν ή προσπόριζαν σε τρίτο περιουσιακό όφελος επωφελούμενοι της ιδιότητας του ελεγχομένου. 2. Αν το περιουσιακό όφελος του προσώπου, που καταδικάστηκε, είναι κινητό ή ακίνητο πράγμα ή ιδανικό μέρος πράγματος ή ορισμένο χρηματικό ποσό, διατάσσεται ως παρεπόμενη ποινή η δήμευση». Ο νόμος προβλέπει ακόμη στο άρθρο 6 ότι εις βάρος του ελεγχομένου καταλογίζεται χρηματικό ποσό ίσης αξίας με το περιουσιακό όφελος, το οποίο απέκτησε ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή ανήλικο τέκνο του και του οποίου η προέλευση δεν δικαιολογείται Ο νόμος στο άρθρο 7.2 περιέχει ρητή πρόβλεψη για την απαγόρευση της συμμετοχής των μελών της Κυβέρνησης, των υφυπουργών, των βουλευτών, των γενικών και ειδικών γραμματέων υπουργείων και των προσώπων της προηγούμενης παραγράφου σε εξωχώριες (ΟFF SHΟRE) εταιρείες. Η συμμετοχή συνιστά ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, καθώς επίσης και με επιβολή χρηματικής ποινής.
Από τα προαναφερθέντα θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει μια ιδιαίτερη ευαισθητοποίηση του έλληνα νομοθέτη συμπεριλαμβανομένου και του αναθεωρητικού στο ζήτημα της διαφάνειας στη δημόσια ζωή. Άλλο ζήτημα είναι φυσικά η αποτελεσματικότητα της ρύθμισης αυτής.
Οι ευρωβουλευτές σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και πέραν των ρυθμίσεων του ελληνικού νόμου με τη σειρά τους είναι υποχρεωμένοι να δηλώσουν σε δημόσιο μητρώο τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες και κάθε άλλο αμειβόμενο καθήκον ή δραστηριότητα. Είναι σαφές ότι επιτρέπεται να ασκούν επαγγελματικές δραστηριότητες αρκεί να τις δηλώνουν στο σχετικό μητρώο. Επιπλέον, κάνουν δήλωση όσον αφορά τα οικονομικά τους συμφέροντα και τις λοιπές πηγές των εισοδημάτων τους. Ειδικότερα σύμφωνα με το Παράρτημα Ι του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «Διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 9, παράγραφος 1 - Διαφάνεια και οικονομικά συμφέροντα των βουλευτών» ρυθμίζεται ένα συνολικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της διαφάνειας στο καθεστώς του Βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το παράρτημα αυτό ορίζει ειδικότερα τα ακόλουθα:
Από τα προαναφερθέντα θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει μια ιδιαίτερη ευαισθητοποίηση του έλληνα νομοθέτη συμπεριλαμβανομένου και του αναθεωρητικού στο ζήτημα της διαφάνειας στη δημόσια ζωή. Άλλο ζήτημα είναι φυσικά η αποτελεσματικότητα της ρύθμισης αυτής.
Οι ευρωβουλευτές σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και πέραν των ρυθμίσεων του ελληνικού νόμου με τη σειρά τους είναι υποχρεωμένοι να δηλώσουν σε δημόσιο μητρώο τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες και κάθε άλλο αμειβόμενο καθήκον ή δραστηριότητα. Είναι σαφές ότι επιτρέπεται να ασκούν επαγγελματικές δραστηριότητες αρκεί να τις δηλώνουν στο σχετικό μητρώο. Επιπλέον, κάνουν δήλωση όσον αφορά τα οικονομικά τους συμφέροντα και τις λοιπές πηγές των εισοδημάτων τους. Ειδικότερα σύμφωνα με το Παράρτημα Ι του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «Διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 9, παράγραφος 1 - Διαφάνεια και οικονομικά συμφέροντα των βουλευτών» ρυθμίζεται ένα συνολικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της διαφάνειας στο καθεστώς του Βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το παράρτημα αυτό ορίζει ειδικότερα τα ακόλουθα:
«Άρθρο 1
1. Όταν λάβει το λόγο στο Κοινοβούλιο ή σε κάποιο από τα όργανά του ή όταν προταθεί ως εισηγητής, κάθε βουλευτής που έχει άμεσο οικονομικό συμφέρον σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα πρέπει να γνωστοποιήσει το συμφέρον αυτό προφορικά.
2. Προτού ένας βουλευτής αναλάβει εγκύρως αξίωμα στο Κοινοβούλιο ή σε όργανό του, σύμφωνα με τα άρθρα 13, 157 ή 168, παράγραφος 3, του Κανονισμού, ή συμμετάσχει σε επίσημη αντιπροσωπεία, σύμφωνα με το άρθρο 82 ή 168, παράγραφος 2, του Κανονισμού, οφείλει να έχει συμπληρώσει δεόντως τη δήλωση που προβλέπεται στο άρθρο 2.
Άρθρο 2
Οι Κοσμήτορες τηρούν πρωτόκολλο στο οποίο κάθε βουλευτής δηλώνει προσωπικώς και με ακρίβεια:
α) τις επαγγελματικές του δραστηριότητες, καθώς και οιαδήποτε άλλα αμειβόμενα καθήκοντα ή δραστηριότητές του,
β) οιαδήποτε οικονομική υποστήριξη, σε προσωπικό ή σε υλικούς πόρους, που έρχεται να προστεθεί στα παρεχόμενα από το Κοινοβούλιο μέσα και που χορηγείται στο βουλευτή στο πλαίσιο των πολιτικών του δραστηριοτήτων από τρίτους, με ένδειξη της ταυτότητας των τρίτων αυτών.
Οι βουλευτές απαγορεύεται να λαμβάνουν οιαδήποτε άλλη δωρεά ή παροχή κατά την άσκηση της εντολής τους.
Οι δηλώσεις στο πρωτόκολλο γίνονται υπό την προσωπική ευθύνη του βουλευτή και πρέπει να ενημερώνονται κάθε χρόνο.
Το Προεδρείο μπορεί να εκδίδει περιοδικά κατάλογο των στοιχείων που πρέπει να δηλώνονται, κατά την άποψή του, στο πρωτόκολλο.
Εφόσον ένας βουλευτής δεν εκπληρώσει, μετά από σχετική πρόσκληση, την υποχρέωσή του για υποβολή της δήλωσης σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β), τότε ο Πρόεδρος τον καλεί εκ νέου να υποβάλει τη δήλωση εντός προθεσμίας δύο μηνών. Εφόσον παρέλθει η προθεσμία αυτή χωρίς να υποβληθεί η δήλωση, τότε δημοσιεύεται το όνομα του βουλευτή με αναφορά της παράβασης στα Συνοπτικά Πρακτικά της πρώτης ημέρας συνεδρίασης κάθε περιόδου συνόδου μετά την παρέλευση της προθεσμίας. Εφόσον ο βουλευτής αρνείται και μετά τη δημοσίευση της παράβασης να υποβάλει τη δήλωση, ο Πρόεδρος ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 124 του Κανονισμού προκειμένου να απαγορευθεί η παρουσία του εν λόγω βουλευτή στην αίθουσα συνεδριάσεων.
Οι πρόεδροι ομάδων βουλευτών, είτε πρόκειται για διακομματικές ομάδες ή άλλες ανεπίσημες ομάδες βουλευτών, υποχρεούνται να δηλώνουν κάθε βοήθημα, σε χρήματα ή σε είδος (π.χ. αποζημίωση γραμματείας) το οποίο, εάν εδίδετο ατομικά στους βουλευτές, θα έπρεπε να δηλωθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου.
Οι Κοσμήτορες είναι αρμόδιοι για την τήρηση πρωτοκόλλου και την κατάρτιση λεπτομερών κανόνων για τη δήλωση των εξωτερικών βοηθημάτων εκ μέρους των εν λόγω ομάδων βουλευτών.
Άρθρο 3
Το πρωτόκολλο είναι δημόσιο.
Το πρωτόκολλο μπορεί να τίθεται στη διάθεση του κοινού για εξέταση μέσω ηλεκτρονικού συστήματος.
Είπε κανείς ότι δεν υπάρχουν νόμοι?
[1] «Ελεγχόμενος, που παραλείπει να υποβάλλει την κατά τα άρθρα 1 και 2 δήλωση ή υποβάλλει εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή. Στον υπαίτιο επιβάλλεται και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως και τέσσερα (4) έτη. Αν η πράξη τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται φυλάκιση έξι (6) μηνών έως δύο (2) ετών».
1 σχόλιο:
Υποθέτω οτι για όλους τους υπόλοιπους, πλήν των βουλευτών, τα "πόθεν έσχες" δεν δημοσιοποιούνται διότι προστατεύονται απο την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Δημοσίευση σχολίου