Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013
ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΩΝ
- 6/9/2013
Της Έφης Θωμά – Δικηγόρου LL.M., M.E.S.
Με το προς ψήφιση νομοσχέδιο θεσμοθετούνται σημαντικές αλλαγές στον ισχύοντα Κώδικα Συμβολαιογράφων (Ν. 2830/2000). Όπως προδήλως διαφαίνεται από την σύντομη και σε περίοδο διακοπών δημόσια διαβούλευση που ολοκληρώθηκε αναφορικά με τις προωθούμενες αλλαγές, κατά την οποία έγινε και αλλαγή ηγεσίας στο υπουργείο Δικαιοσύνης, οι λιγοστοί συμβολαιογράφοι που πρόλαβαν να αναρτήσουν κάποιο σχόλιο, εμφανίζονται έντονα απογοητευμένοι και αντίθετοι στις επιχειρούμενες αλλαγές του νέου Κώδικα.
Είναι γνωστό στους νομικούς κύκλους ότι εκτός από το δικηγορικό επάγγελμα που διέρχεται αναμφίβολα τη μεγαλύτερη κρίση στις μέρες μας, οι συμβολαιογράφοι δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν επαγγελματικά και βιώνουν έντονη κρίση, ομοίως. Ο αριθμός των συμβολαίων που υπεγράφησαν κατά το τρέχον έτος έφτασε μόλις τα 1.774, τη στιγμή που προ εξαετίας άγγιζε τις 100.000. Πρωταρχικό μέλημα, συνεπώς, του νέου Κώδικα θα έπρεπε να είναι η επαγγελματική βελτίωση και η αναβάθμιση του συμβολαιογραφικού λειτουργήματος.
Οι σημαντικότερες αλλαγές αφορούν σε διεύρυνση της συμβολαιογραφικής ύλης, προσαρμογή στην τεχνολογία, απάλειψη της δυνατότητας μεταφοράς έδρας συμβολαιογράφου καταργηθέντος Ειρηνοδικείου, επαναφορά διάταξης για σύνταξη πράξης εκτός ειρηνοδικειακής περιφέρειας, ενίσχυση της Συντονιστικής Επιτροπής του συμβολαιογραφικού κλάδου και αλλαγή της νομικής φύσης των Συμβολαιογραφικών Συλλόγων.
Ειδικότερα, τα επίμαχα άρθρα που τροποποιούνται έχουν ως εξής:
Το άρθρο 1 που αφορά στα καθήκοντα των συμβολαιογράφων, εκσυγχρονίζεται κάνοντας λόγο για έκδοση αντιγράφων σε ηλεκτρονική μορφή (περ. β’, εδ. 2) και θεώρηση και υπογραφή ηλεκτρονικών εγγράφων (περ. στ’). Πολύ σημαντική αλλαγή, ωστόσο, είναι η νέα αρμοδιότητα των συμβολαιογράφων να βεβαιώνουν το γνήσιο της υπογραφής κάθε εγγράφου, για χρήση από οποιαδήποτε δημόσια, δημοτική, κοινοτική ή άλλη Αρχή του εσωτερικού ή εξωτερικού, με την σύνταξη σχετικής πράξης (περ. ε’, εδ. 2), σε αντίθεση με το άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), σύμφωνα με το οποίο η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου γίνεται από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή από τα Κ.Ε.Π. Απαιτείται, επομένως, προσαρμογή του Ν. 2690/1999 στον νέο Κώδικα Συμβολαιογράφων.
Το επίμαχο άρθρο 4 (τοπική αρμοδιότητα) αντικαθίστανται και συμπληρώνεται στην παρ. 1 αυτού, καθιστώντας την αλλαγή αυτή μια από τις πιο ουσιαστικές. Καταργείται ρητά η δυνατότητα μεταφοράς έδρας συμβολαιογράφου καταργηθέντος Ειρηνοδικείου, σύμφωνα και με το άρθρο 40 παρ. 1 Ν. 4111/2013, που ορίζει ότι αν μεταβληθεί η έδρα του ειρηνοδικείου δεν μεταβάλλεται η έδρα του Συμβολαιογράφου αλλά η τυχόν υπάρχουσα θέση Συμβολαιογράφου παραμένει εφεξής στην έδρα του καταργούμενου ειρηνοδικείου. Το άρθρο 32, παρ. 1 Ν. 2915/2001 απάλειψε την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νυν Κώδικα Συμβολαιογράφων αναφορικά με την ακυρότητα πράξεων εκτός περιφέρειας συμβολαιογράφου. Ο νέος Κώδικας επαναφέρει την παράγραφο αυτή, καθιστώντας «βαρύ» πειθαρχικό παράπτωμα την καταστρατήγηση της τοπικής αρμοδιότητας συμβολαιογράφου, σε αρμονία και με το άρθρο 438 ΚΠολΔ.
Το άρθρο 28 του Ν. 2830/2000 αλλάζει τον τρόπο μετάθεσης συμβολαιογράφων, καταργώντας την «κατά σειρά» λήψη υπ’ όψιν των κριτηρίων, στα οποία η αρχαιότητα προηγούνταν και σοβαροί λόγοι υγείας, οικογενειακή κατάσταση και τίτλοι σπουδών έπονταν. Αποδυναμώνεται, με τον τρόπο αυτό το αντικειμενικό κριτήριο της αρχαιότητας.
Σημαντική διεύρυνση της συμβολαιογραφικής ύλης επιχειρήθηκε στην παρ. 2 του άρθρου 37 του ισχύοντος Κώδικα, με την προσθήκη στα «μη ασυμβίβαστα» με το έργο του συμβολαιογράφου, της δραστηριότητας του διαμεσολαβητή. Σε ευθεία αντίθεση με το αρ. 4 παρ. γ’, εδ. β’ του Ν. 3898/2010, που ορίζει ότι ο διαμεσολαβητής πρέπει να είναι δικηγόρος διαπιστευμένος ως διαμεσολαβητής, παραγνωρίζεται η απαραίτητη εξειδικευμένη επιστημονική κατάρτιση, για την απόκτηση της ιδιότητας του διαμεσολαβητή και απονέμεται με το νέο Κώδικα, «χαριστικά» στους συμβολαιογράφους, η ιδιότητα του διαμεσολαβητή.
Στο άρθρο 98 του Ν. 2830/2000 (νομική φύση Συμβολαιογραφικών Συλλόγων), προσδίδεται «σωματειακή μορφή» στους συμβολαιογραφικούς συλλόγους, τη στιγμή που αποτελούν επιστημονικά Ν.Π.Δ.Δ. στελεχωμένα από δημόσιους λειτουργούς και διαχειρίζονται μεγάλα χρηματικά ποσά, σημαντικό μέρος των οποίων αποδίδεται σε δημόσιους και ασφαλιστικούς φορείς από την διαχείριση των κρατικών συμβολαίων.
Επιτρέπεται, τέλος και η σύσταση εταιρειών συμβολαιογράφων (όπως αντικαθίσταται το ισχύον άρθρο 153) στην ίδια δημοτική ή τοπική κοινότητα, χωρίς να είναι απαραίτητο να συστεγαστούν. Όπως ισχυρίζονται οι επαγγελματίες του κλάδου, η σύσταση εταιρείας συμβολαιογράφων χωρίς συστέγαση των μελών της παραπέμπει σε υποκατάστημα ή εξυπηρετεί φορολογικούς σκοπούς.
Στον αντίποδα του νομοσχεδίου, οι συμβολαιογράφοι που πλήττονται καθημερινά αντιτάσσουν ως πραγματικά και πιεστικά προβλήματα του κλάδου τους, τη μείωση της ύλης των συμβολαιογραφικών πράξεων (ιδίως με το πάγωμα των αγοραπωλησιών, λόγω της αδυναμίας χορήγησης τραπεζικών δανείων), την οικονομική ύφεση κυρίως της περιφέρειας, πληθυσμιακά αποδυναμωμένης, με ειρηνοδικεία και εφορίες που συγχωνεύτηκαν και μηχανικούς και δικηγόρους που ολοένα και λιγοστεύουν αποχωρώντας από το επάγγελμα. Η ζοφερή κατάσταση επιτείνεται με την στέρηση της δυνατότητας μεταφοράς της έδρας τους από έδρα καταργηθέντος Ειρηνοδικείου. Επιπρόσθετα, στο άρθρο 19 (Μεταβατικές διατάξεις) του προς ψήφιση νομοσχεδίου, θα έπρεπε να ισχύει, όπως διατείνονται οι συμβολαιογράφοι, το αντίστροφο και η πλήρωση των κενών θέσεων που περιλαμβάνουν συμβολαιογραφικά αρχεία να μην γίνεται με μετάθεση αλλά με διαγωνισμό, προκειμένου οι νέοι συμβολαιογράφοι να ενισχυθούν με την παραλαβή αρχείου. Το σύστημα, επίσης, των εξετάσεων θα έπρεπε, όπως σωστά υποστηρίζεται, να δίνει τη δυνατότητα στους υποψηφίους να δηλώσουν περισσότερες της μιας έδρες Ειρηνοδικείων.
Η προστασία των νέων συμβολαιογράφων, η αποφυγή φαινομένων αθέμιτου ανταγωνισμού από όλους τους επαγγελματίες του κλάδου, η δικαιότερη κατανομή των κρατικών συμβολαίων και η εξομάλυνση των διαφοροποιήσεων μεταξύ των συμβολαιογράφων της Αθήνας και της επαρχίας είναι επιτακτικής σημασίας για τη βελτίωση της λειτουργίας ενός νευραλγικού νομικού επαγγέλματος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
"Σε ευθεία αντίθεση με το αρ. 4 παρ. γ’, εδ. β’ του Ν. 3898/2010, που ορίζει ότι ο διαμεσολαβητής πρέπει να είναι δικηγόρος διαπιστευμένος ως διαμεσολαβητής, παραγνωρίζεται η απαραίτητη εξειδικευμένη επιστημονική κατάρτιση, για την απόκτηση της ιδιότητας του διαμεσολαβητή και απονέμεται με το νέο Κώδικα, «χαριστικά» στους συμβολαιογράφους, η ιδιότητα του διαμεσολαβητή.".
Μετά την ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία, κατά την οποία "χαριστικά" επιφυλάχθηκε ΜΟΝΟΝ για τους δικηγόρους η ιδιότητα του διαμεσολαβητή, πλέον, σε συμμόρφωση με την ευρωπαίκή οδηγία (2008/52/ΕΚ), επαναφέρεται η "τάξη" με το ν. 4254/2014.
Δημοσίευση σχολίου