Κόπασε κάπως λόγω θέρους η συζήτηση για τη δικαιοσύνη.
Σίγουρα όμως διεξάγεται κάπου αλλού με ένταση και πάθος. Μην ξεχνάμε ότι ο Άρειος
Πάγος παραμένει χωρίς Πρόεδρο. Αλλά και στο ΣτΕ χηρεύουν δύο θέσεις
αντιπροέδρων. Καιρός για πόκερ και καμαρίλα λοιπόν. Τα του Αρείου Πάγου έχουν
ειπωθεί αρκούντος από το δικαστικό ρεπορτάζ. Σε ό,τι αφορά το ΣτΕ λοιπόν, αποχωρούν
δύο αντιπρόεδροι, οι Δημοσθένης Πετρούλιας και Νικόλαος Μαρκουλάκης, ενώ από
την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ο αντεισαγγελέας, ο Γεώργιος Μπόμπολης
αποχώρησε και επελέγη ήδη ο Ιωάννης Αγγελής. Τελευταία αναφορά για το θέμα αν
δεν με απατά η μνήμη μου σε μία δεξίωση. Σύμφωνα με το δικαστικό ρεπορτάζ: «Παρέμβαση
υπέρ της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης με προφανή στόχο τη μείωση της έντασης
και των υψηλών τόνων που έχουν επικρατήσει τις τελευταίες ημέρες, έκανε χθες ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, κατά το μήνυμά του που ανέγνωσε
χθες το βράδυ στο Προεδρικό Μέγαρο, με αφορμή την Ημέρα Αποκατάστασης της
Δημοκρατίας.»
Παρέμβαση υπέρ της ανεξαρτησίας. Σχήμα οξύμωρο.
Μόνον για την υπόθεση των μέηλ του Αντιπροέδρου και
μετέχοντος στις περσινές διασκέψεις των καναλιών είχαμε αποτέλεσμα με τις ζέστες.
Φυσικά απαλλακτικό για το προσωπικό σκέλος. Βέβαια για την υπόθεση αυτή δεν
αγγίχτηκαν τα σπουδαιότερα. Το πώς, ας πούμε, πιέστηκε η διάσκεψη των υποθέσεων
των αδειών, αλλά και το πώς διευρύνθηκε υπερβολικά κατά τη γνώμη πολλών νομικών
το έννομο συμφέρον ώστε οι υποθέσεις να κριθούν παραδεκτές. Το πώς, περαιτέρω,
συνδέθηκε η τύχη του τύπου και της ενημέρωσης με την εξέλιξη της δικαιοσύνης
θεσμικά. Το πώς οι διασκέψεις των δικαστηρίων, αν και μυστικές, «καλύπτονται
τηλεοπτικά» από δημοσιογράφους. Το πώς ακόμη όλοι μιλούν για τον έλεγχο που
επιχειρείται μέσω συγκεκριμένου υπουργού στους θεσμούς που επιλέχθηκε για το
σκοπό αυτό και τα καταφέρνει καλούτσικα, θα έλεγε κάποιος. Για τη σχέση του
ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ στο κεφάλαιο της δικαιοσύνης που μοιάζει, αυτή ιδιαιτέρως, «ροζ».
Ποιος θα ξεστόμιζε το πραγματικό κοινό αίσθημα ότι «δικαιοσύνη δεν υπάρχει»?
Διαμαρτυρήθηκε κανείς όταν η δικαιοσύνη ακρίβυνε και
τα παράβολα την κατέστησαν φενάκη? Συνταγματικός ο νόμος! Μόνον όταν δυσαρεστείται η εκτελεστική εξουσία
όπως με τη γνωστή πρόσφατη υπόθεση των παραγραφών ξεκινάει κουβέντα. Λες και ο
διάδικος δεν υφίσταται. Λες και τα δικαστήρια συνομιλούν μόνον με την
εκτελεστική εξουσία. Αυτή που συχνά παρεμβαίνει υπέρ της ανεξαρτησίας της
άλλωστε ή «αποκαθιστά» τους συνταξιοδοτούμενους δικαστές παντοιοτρόπως.
Ανάρμοστη συνομιλία μα την αλήθεια.
Η οργανωμένη απονομή της δικαιοσύνη έχει ως κύριο στόχο
την εξάλειψη της αυτοδικίας. Για να δεθούν τα χέρια του πιθανού αυτοδικούντος
πρέπει ο δικαστής του να επιβληθεί με κάποιου είδους αποδεκτό σεβασμό. Έστω και
αν τούτο επάγεται και ο δικαστής να καταπιεί «το κώνειο» για την τήρησή της.
Πώς αλήθεια θα αξίωνε κανείς να καταπιεί το κώνειο ο δικαζόμενος ενόψει της
τήρησης του νόμου, αν δεν ήταν πρώτοι οι φορείς και οι θεσμοί που θα το
κατάπιναν? Ξεχνά κανείς την πρόσφατη και άμεση απαλλαγή φορέων του ΤΑΙΠΕΔ μόλις
διαμαρτυρήθηκε ενδιαφερόμενη δανείστρια χώρα? Ο διάλογος λοιπόν για τη δικαιοσύνη
αφορά πρωτίστως αυτούς προς χάριν των οποίων απονέμεται. Άλλως η αυτοδικία νικά
και τούτο είναι κοινός τόπος πλέον στη χώρα μας όπως και η κυριαρχία της ανομίας.
Μουδιασμένοι «φορείς» και «θεσμοί» αφού προχώρησαν το
διάλογο για τα μισθολογικά τους και το χρόνο συνταξιοδότησής τους με έμφαση στον
αριθμό «69» και το συνταγματικό του προσδιορισμό (ακόμη και με γνωμοδοτήσεις),
αναλώνονται στη σχέση της εκτελεστικής εξουσίας με τη δικαστική, στην ανάγκη
δημιουργίας (ακόμη ένας κύκλος συζητήσεων) συνταγματικού δικαστηρίου και σε
άλλα δεινά.
Ρόζ μέηλ, ρόζ σχέσεις, μαγικό 69, ανάρμοστες σχέσεις… Σέξι
καλοκαίρι για τη δικαιοσύνη.
Στο διάλογο αυτό με στολή και τηλεόραση ή στα σιγανά,
ξεχνούν οι «φορείς» και οι «θεσμοί» το επίμονο αίτημα για δικαιοσύνη το οποίο
διόλου δεν συσχετίζεται με τα άνω ζητήματα. Στο διάλογο αυτό επίσης ποτέ μα
ποτέ δεν υπεισήλθε κάποιος προβληματισμός για την προώθηση της διαμεσολάβησης ή
της διαιτησίας ως πλέον αποτελεσματικού και ουσιώδους τρόπου απονομής
δικαιοσύνης ή του πληθωρισμού των μεθόδων αποφυγής της εν γένει.. Γιατί τάχα
κρίνεται ως πλέον ενδεδειγμένη αυτή η οδός? Είναι όντως όσο αποτελεσματική
λέγεται ότι είναι? Είναι αληθώς ακριβότερη ή όπως έχουν γίνει τα παράβολα ένα
και το αυτό?
Υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις. Οι ήρωες που περπατούν στα
σκοτεινά. Όμως φθινωποριάζει και οι ορισμοί προέδρων και αντιπροέδρων
αναμένονται ώστε το πόκερ να συνεχισθεί.
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει. Όπως το πλοίο με την ηρωίνη,
μονάχη, και χωρίς καπετάνιο. Ο διάλογος για τη δικαιοσύνη εκφράζει αυτή την
αγωνία. Έστω και χωρίς τους ενδιαφερόμενους πολίτες, αυτούς δηλαδή που θέλουμε
να μην αυτοδικούν και να μην εμμένουν στην ανομία. Το όνομα του πλοίου στη
γεμάτη πτώματα μεταναστών και προσφύγων θάλασσα: αγωνία.
1 σχόλιο:
Πολύ σωστές παρατηρήσεις!!!
Δημοσίευση σχολίου